Σάββατο 10 Μαΐου 2014

Όταν αποκαλεί κανείς το βιασμό οτιδήποτε άλλο εκτός από βιασμό, τότε δίνει δικαιολογίες στους βιαστές


Αν σκοτώσεις έναν άνθρωπο, είσαι δολοφόνος. Αν κλέψεις, κανείς δεν θα διστάσει να σε αποκαλέσει κλέφτη. Αλλά στις ΗΠΑ, όταν ασκήσεις πίεση σεξουαλική σε κάποιον, ορισμένοι θα πεταχτούν να πουν ότι δεν είσαι βιαστής. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις, που ο βιασμός περιλαμβάνει νάρκωση του θύματος με κάποιον τρόπο.
Όπως μετέδωσε η αμερικανική εκδοχή του δικτύου al Jazeera, τα κολέγια σε όλες τις ΗΠΑ αντικαθιστούν την λέξη «βιασμός» στην πολιτική που ακολουθούν ως προς την σεξουαλική παρενόχληση με τον όρο «μη συναινετικό σεξ» επειδή οι διευθύνσεις δεν θέλουν να κατηγορηθούν ότι φιλοξενούν «βιαστές».
Ο δικηγόρος και σύμβουλος Μπρετ Σοκόλοου, του Εθνικού Κέντρου Κινδύνου για την Ανώτατη Εκπαίδευση, ο οποίος βρίσκεται πίσω από τη συγκεκριμένη αλλαγή, υποστηρίζει ότι πειθαρχικά συμβούλια των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων «ενοχλούνται» όταν ακούγεται ή χρησιμοποιείται ο συγκεκριμένος όρος «βιασμός», ακόμη και αν πρόκειται για περιπτώσεις φοιτητών που όντως κρίθηκαν ένοχοι για βιασμό.
Και δεν είναι μόνο αυτοί που ενοχλούνται. Ο καλλιτέχνης Ντέιβιντ Τσου περιέγραψε την σεξουαλική επίθεση που ο ίδιος έκανε σε έναν μασέρ και την αποκάλεσε «βιασμός τρίτου τύπου», αποσύροντας, λίγο αργότερα και αυτόν τον όρο, και αρνούμενος ότι συνέβη έστω. Ο σκηνοθέτης της σειράς Game of Thrones, Άλεξ Γκρέιβς, σε συνέντευξή του στην οποία ρωτήθηκε για τη σκηνή βιασμού που περιλαμβανόταν σε επεισόδιο που μεταδόθηκε πρόσφατα προκαλώντας αντιδράσεις, επέμεινε ότι επρόκειτο για «συναινετικό σεξ» με ένταση.
Πώς μπορούμε αλήθεια να σταματήσουμε τους βιασμούς όταν αρνούμαστε ακόμη και να τους αποκαλέσουμε όπως λέγονται;
Η Αλεξάντρα Μπρόνσκι, ιδρυτικό μέλος και συνδιευθύντρια της οργάνωσης Know Your IX –η οποία στηρίζει τους φοιτητές ν’ αντιμετωπίσουν τις σεξουαλικές επιθέσεις χρησιμοποιώντας και τον ομοσπονδιακό νόμο με τον τίτλο ΙΧ που απαγορεύει τις διακρίσεις φύλου στην εκπαίδευση- τονίζει ότι το να χρησιμοποιείται «αποστειρωμένη γλώσσα» όσον αφορά τέτοιου είδους περιστατικά, δείχνει ότι τα κολέγια και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα εν γένει αντιμετωπίζουν το βιασμό περισσότερο ως ένα ζήτημα δημοσίων σχέσεων παρά ως ένα πρόβλημα δικαιοσύνης. Με την λογική αυτή συμβάλλουν και στην ιδέα ότι «πραγματικός βιασμός» δεν συμβαίνει ποτέ στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και στις πανεπιστημιακές εστίες, όπως σημειώνει.
Το πρόβλημα εδώ δεν είναι μόνο τα κολέγια που απομακρύνονται από τον πραγματικό ορισμό της σεξουαλικής επίθεσης. Το 2007, ένας δικαστής στην Νεμπράσκα απαγόρευσε σε μια γυναίκα και στους συνηγόρους της να χρησιμοποιούν τους όρους «βιασμός», «θύμα» και «σεξουαλική επίθεση» σε μια δίκη για βιασμό επειδή, όπως είχε πει, «δεν ήθελε να προκαταληφθεί αρνητικά το δικαστήριο». Η μοναδική λέξη που επιτράπηκε στη γυναίκα να χρησιμοποιήσει ήταν η λέξη «σεξ».
Αντίστοιχα φαινόμενα συμβαίνουν στα ΜΜΕ, όπου στους τίτλους συχνά ένας ύποπτος για βιασμός αντί να περιγραφεί ως έχει, περιγράφεται ως ύποπτος ότι «έκανε σεξ» με ένα παιδί ή με ένα άλλο πρόσωπο που δεν είχε πχ τις αισθήσεις του. Λες και η συγκεκριμένη κατάσταση μπορεί να είναι το οτιδήποτε άλλο εκτός από βιασμός.
Το σεξ δεν είναι μη συναινετικό. Μόνο ο βιασμός είναι μη συναινετικός. Το να συγχέονται τα δύο δίνει αξία στον μύθο ότι ο βιασμός είναι μια «ιδιαίτερη πτυχή» του σεξ, και δεν είναι ιδιαίτερα βίαιο έγκλημα.
Γι αυτό ορισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν καν ν’ αναγνωρίσουν το βιασμό ακόμη και όταν συμβαίνει μπροστά στα μάτια τους. Για παράδειγμα, ένας μάρτυρας στην πολύκροτη υπόθεση βιασμού στο Steubenville πέρασε ακριβώς δίπλα από το αναίσθητο θύμα την ώρα που βρισκόταν σε εξέλιξη η επίθεση. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν την σταμάτησε, απάντησε ότι δεν του φάνηκε βίαιο αυτό που είδε και ότι στο μυαλό του θεωρούσε ότι ο βιασμός είναι κάτι που περιλαμβάνει πάρα πολύ βία. Σε μια δίκη στην Καλιφόρνια το 2004, είναι χαρακτηριστικό ότι σε υπόθεση ομαδικού βιασμού μιας έφηβης που είχε λιποθυμήσει, η οποία καταγράφηκε και σε βίντεο (το κορίτσι αναίσθητο βιάζεται και κολπικά και πρωκτικά με στέκες του μπιλιάρδου, με μπουκάλι από ποτό ακόμη και με ένα αναμμένο τσιγάρο), η υπεράσπιση υποστήριξε ότι το θύμα είχε ηθελημένα συμμετάσχει γιατί επιθυμούσε να κάνει βίντεο πορνό. Πέρυσι στην υπόθεση της κασέτας Ρ. Κέλι, με την οποία ο ομώνυμος τραγουδιστής παραπέμφθηκε με κατηγορίες πορνογραφίας, ο κριτικός μουσικής Τζιν ΝτεΡογκάτις δήλωσε ξεκάθαρα ότι «είναι βιασμός αυτό που βλέπετε» και ο Κέλι απαλλάχθηκε τελικά για όλες τις κατηγορίες.
Ως ένα βαθμό το πρόβλημα είναι ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν ποτέ μια ξεκάθαρα κοινώς αποδεκτή κουλτούρα και ορισμό για το τι σημαίνει βιασμός. Ακόμη και νομικοί ορισμοί πολλές φορές προκαλούσαν σύγχυση. Το ίδιο το FBI μόλις το 2013 άλλαξε τον ορισμό του βιασμού που χρησιμοποιούσε από το 1929 από το «σαρκική βία ενάντια σε μια γυναίκα και παρά τη θέλησή της» σε «διείσδυση, δεν έχει σημασία πόσο μικρή, του κόλπου ή του πρωκτού με οποιοδήποτε μέρος του σώματος ή με αντικείμενο, ή στοματική διείσδυση με σεξουαλικό όργανο ενός άλλου ατόμου, χωρίς τη συναίνεση του θύματος».
Γι αυτό έχουμε και πολιτικούς όπως ο Τοντ Ακιν να μιλούν για «νόμιμο βιασμό», αντιφεμινιστές όπως η Λώρα Σέσιον Στεπ να εφευρίσκει όρους όπως «γκρι βιασμός» (κάτι ενδιάμεσο δηλαδή) ή ακόμη και την ηθοποιό Γούπι Γκόλντμπεργκ να προσπαθεί (και να αποτυγχάνει τελικά βέβαια) να εξηγήσει τη διαφορά ανάμεσα στο «βιασμό» και στον «βιασμό – βιασμό». Δυστυχώς, οι άνθρωποι που αποτελούν το σώμα των ενόρκων στα δικαστήρια δεν διαφέρουν πολύ από αυτό.
Αλλά ο πραγματικός λόγος που οι Αμερικανοί χρειάζονται αυτούς τους χαρακτηρισμούς, ο λόγος δηλαδή για τον οποίο η χρήση του όρου «βιασμός» θεωρείται, ενίοτε, από ορισμένους πολύ τραβηγμένη, είναι ότι πολύ απλά τείνουμε να πιστέψουμε πάντα περισσότερο τον θύτη από το θύμα. Για να αλλάξει αυτό, θα πρέπει να αποκαλούμε το βιασμό όπως πραγματικά είναι, και όχι να προσπαθούμε να τον «απαλύνουμε» με διάφορες περιγραφές ή να τον αντικαταστήσουμε με μη ακριβείς όρους που καθιστούν τη σεξουαλική βία και τους ανθρώπους που την ασκούν επανειλημμένα πιο συμπαθείς.
Μετάφραση: Μάρκο Πόλο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου