Επί ξύλου κρεμάμενοι βρίσκονται οι χριστιανοί της Συρίας, παγιδευμένοι περισσότερο ίσως από όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό στη θανάσιμη δίνη του εμφυλίου που σπαράζει και καταστρέφει τη χώρα τους, το μέλλον τους και τις ζωές τους.
Μέλη των αρχαιότερων εκκλησιών της Μέσης Ανατολής, οι Σύροι χριστιανοί, σε αντιστοιχία με τους ομοθρήσκους τους στο Ιράκ, προδιαγράφονται ως οι μεγάλοι χαμένοι του πολέμου, όποιο και αν είναι το τέλος του. Όποιο αποτέλεσμα προκύψει για το μεταπολεμικό μέλλον της χώρας που επί αιώνες υπήρξε μωσαϊκό συνυπαρχόντων εθνοτήτων, θρησκειών και δογμάτων, λίγες είναι οι ευνοϊκές για εκείνους προοπτικές.
Κυριολεκτικά βρίσκονται μεταξύ δύο πυρών – ισλαμιστές περισσότερο ή λιγότερο ακραίοι από τη μία και το απολυταρχικό καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ από την άλλη, και αυτό στηριγμένο σε ισλαμικές δομές, παρά τον δεδηλωμένα κοσμικό του χαρακτήρα. Πρακτικά τελούν υπό διωγμό.
Στο σκοτάδι
Στο ξεχωριστό τους δράμα έπεσαν τα φώτα των προβολέων της διεθνούς δημοσιότητας με την πρόσφατη, στις 22 Απριλίου, απαγωγή - μυστήριο των δύο υψηλόβαθμων ιεραρχών, του Ελληνορθόδοξου μητροπολίτη Χαλεπίου Παύλου (Μπούλος Γιαζίτζι) και του Συρο-Ιακωβίτη μητροπολίτη Χαλεπίου Ιωάννη (Γιοχάννα Ιμπραήμ).
Το γεγονός, του οποίου η εξέλιξη ακόμη παραμένει άδηλη, έλαβε χώρα σε ένα περιβάλλον χαώδους και βίαιης ανομίας και συμπίπτει με τη μέχρι υπερβολής κλιμάκωση του τονισμού των ακραία ισλαμιστικών παραμέτρων της σύγκρουσης από την πλευρά του καθεστώτος Άσαντ. Αναπόφευκτα δε, προκαλεί αυξημένες ανησυχίες και εντάσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων στη Συρία: ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Αντιοχείας και Πάσης Ανατολής Ιωάννης είναι αδελφός του μητροπολίτη Παύλου.
Μέρες μετά την απαγωγή τους (στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο οδηγός του μητροπολίτη Παύλου) ουδεμία επίσημη πληροφόρηση για την τύχη τους έχει υπάρξει. Ανεπισήμως φέρονται ζωντανοί και κρατούμενοι σε κάποιο συριακό χωριό κοντά στα σύνορα με την Τουρκία. Όμως το ποιοι τους απήγαγαν και τι ζητούν παραμένει άγνωστο, αφού ουδείς έχει αναλάβει την ευθύνη.
Την εκδοχή που αμέσως είχε σπεύσει να προβάλει το υπουργείο Θρησκευτικών Υποθέσεων στη Δαμασκό, ότι για την απαγωγή ευθύνονται «Τσετσένοι τζιχαντιστές τού – συνεργαζόμενου με την Αλ Κάιντα – Μετώπου Αλ Νούσρα», που συμμετέχει στο συριακό αντάρτικο, είχε αρχικά επαναλάβει και ο πατριάρχης Ιωάννης. Η συριακή αντιπολίτευση, που καταδίκασε την ενέργεια αυτήν, απέδωσε τα περί Τσετσένων σε καθεστωτική προβοκάτσια.
Στο μεταξύ, σκότος καλύπτει και τις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση των δύο ιεραρχών, στις οποίες έχουν εμπλακεί υπουργεία Εξωτερικών ή/και μυστικές υπηρεσίες αρκετών χωρών, όπως της Ρωσίας, της Τουρκίας, αλλά και το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Πέντε μέρες μετά την απαγωγή, το Σάββατο (του Λαζάρου) 27 Απριλίου, είχε ταξιδέψει στη Βηρυτό για «επαφές» ο υφυπουργός Εξωτερικών Κώστας Τσιάρας. Αποτέλεσμα... μηδέν.
Το ίδιο Σάββατο ο πατριάρχης Αντιοχείας και Πάσης Ανατολής Ιωάννης ανέφερε σε ποιμαντορική εγκύκλιό του: «Το να μας δολοφονούν ή να μας απάγουν ή να καταστρέφουν τα ιδρύματά μας, αυτό καθόλου δεν μειώνει την απόφασή μας να είμαστε προσκολλημένοι στον πατριωτισμό μας, στην κοινή συμβίωσή μας, στην παραμονή μας στα εδάφη μας και στην αναζήτηση της αληθείας και του δικαίου της πατρίδας μας».
Η συγκεκριμένη απαγωγή συνέπεσε επίσης χρονικά (άραγε τυχαία;) με καθοριστικές αλλαγές στην ηγεσία του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου, του συντονιστικού οργάνου - ομπρέλα των οργανώσεων της αντιπολίτευσης και μόνου αποδεκτού πολιτικού μορφώματος των Σύρων αντιφρονούντων από τους συμμάχους τους σε Δύση και Ανατολή.
Στις 21 Απριλίου, στη σύνοδο των «Φίλων της Συρίας» στην Κωνσταντινούπολη, υπέβαλε την παραίτησή του ο μέχρι τότε προεδρεύων του Συμβουλίου Μόαζ Αλ Χατίμπ (σουνίτης μουσουλμάνος και πρώην ιμάμης στο Μεγάλο Τζαμί των Ομεϋαδών στη Δαμασκό), εκφράζοντας απογοήτευση επειδή ΗΠΑ και Ε.Ε. εξακολουθούν να δείχνουν απρόθυμες να εφοδιάσουν με όπλα τους αντάρτες, παρά μόνο με χρήματα και «μη φονικό» επιχειρησιακό υλικό.
Την επομένη, τη μέρα της απαγωγής των δύο επισκόπων, την προεδρία ανέλαβε ο Ζορζ Σάμπρα, χριστιανός Ελληνορθόδοξος – και παλαίμαχος κομμουνιστής, από το 1985 μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του τελούντος υπό καθεστωτική απαγόρευση Συριακού Κομμουνιστικού Κόμματος. Εντύπωση δε προκάλεσε το άμεσο σχόλιο του Μόαζ Αλ Χατίμπ για την εκλογή του διαδόχου του, την οποία, μέσω της προσωπικής του σελίδας στο Facebook χαρακτήρισε «επαίσχυντη και παράνομη».
Προσφυγιά
Μέχρι το ξέσπασμα της συριακής εξέγερσης τον Μάρτιο του 2011, οι Σύροι χριστιανοί αναλογούσαν σε λίγο πάνω από το 10% του υπολογιζόμενου σε 23 εκατομμύρια περίπου πληθυσμού της χώρας, με πλειοψηφούντες κατά 74% τους μουσουλμάνους σουνίτες, ενώ 13% ήταν μουσουλμάνοι επίσης σιίτες (αλαουίτες και ισμαηλίτες) και σε μικρότερα ακόμα πληθυσμιακά ποσοστά άλλες θρησκείες, κυρίως δρούζοι και γεζίντι - ζωροαστριστές.
Σε απόλυτους αριθμούς οι χριστιανοί έφθαναν τα 2,5 εκατομμύρια υπολογίζοντας και τους ομοθρήσκους Παλαιστίνιους από τον συνολικό προσφυγικό πληθυσμό των 450.000 περίπου στη χώρα. Ο ΟΗΕ υπολογίζει πλέον σε 1,4 εκατομμύριο τους Σύρους πρόσφυγες. Οι χριστιανοί Σύροι που εγκατέλειψαν τη χώρα έφθασαν τους 300.000 περίπου.
Δεν υπάρχει κάτοικος της Συρίας, σε όποια πολιτική, εθνική, θρησκευτική, κοινωνική και οικογενειακή φατρία και αν ανήκει, που να μην έχει υποστεί τις συνέπειες του εμφυλίου πολέμου. Όμως η άκρως επίφοβη κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί οι χριστιανοί κατά μία εκδοχή οφείλεται στο ότι, στην συντριπτική τους πλειονότητα, απέφυγαν να πάρουν τα όπλα και να στηρίξουν ανοιχτά είτε τους αντάρτες είτε το καθεστώς.
Έχει απτή υπόσταση ο φόβος τους ότι μία κυβέρνηση - διάδοχος του Άσαντ, στην οποία θα υπερισχύουν οι ισλαμιστές, θα θέσει σε κίνδυνο ή και θα καταργήσει ακόμη και τις θρησκευτικές ελευθερίες που παραδοσιακά απολάμβαναν οι χριστιανοί στη Συρία.
Υπάρχει και το προηγούμενο του Ιράκ: Σύμφωνα με στοιχεία διεθνών χριστιανικών ΜΚΟ, όπως η Open Doors, μόλις 330.000 - 350.000 χριστιανοί έχουν πλέον απομείνει στο Ιράκ από τα 1,2 εκατομμύρια που ζούσαν εκεί πριν από την αμερικανική εισβολή του 2003 και τον σεχταριστικό όλεθρο που έκτοτε ακολούθησε.
Αντίστοιχη κατάσταση εξελίσσεται και στη Συρία. Ο μελκίτης ελληνοκαθολικός πατριάρχης Γρηγόριος ΙΙΙ Λάχαμ έλεγε προσφάτως ότι περισσότεροι από χίλιοι χριστιανοί έχουν σκοτωθεί και πως «ολόκληρα χωριά έχουν εκκαθαριστεί από τους χριστιανούς κατοίκους τους». Πάνω από 40 δε εκκλησίες όλων των δογμάτων έχουν καταστραφεί.
Ακραίο παράδειγμα, η πόλη Χομς (η ελληνιστική Έμεσσα), της οποίας ο χριστιανικός πληθυσμός (κάπου 40.000 υπολογιζόταν στην πόλη και την ευρύτερη περιφέρεια) έχει σχεδόν εκμηδενιστεί. Κυβερνητικοί βομβαρδισμοί, στοχευμένες δολοφονίες, απαγωγές και εκβιασμοί οδήγησαν τους μη μουσουλμάνους κατοίκους της πόλης στον θάνατο ή τη φυγή.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, το εναντίον των χριστιανών μένος οφείλεται στο ότι εξέχοντα στελέχη των χριστιανικών κοινοτήτων εκμεταλλεύτηκαν σε βαθμό προνομιακό το μειονοτικό τους καθεστώς, συμμαχώντας με τη μειονοτική επίσης ελίτ της εξουσίας των αλαουιτών.
Αλαουίτες έχουν προσχωρήσει στην αντίσταση. Μάλιστα αποκήρυξαν δημοσίως το καθεστώς του ομοδόξου τους Μπασάρ Αλ Άσαντ σε συνέδριό τους στο Κάιρο, στις 24 Μαρτίου, με διακήρυξη που ανέγνωσε ο εκπρόσωπός τους Άλι Νταϊούμπ. Χριστιανοί ακτιβιστές έχουν επανδρώσει τις γραμμές του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και μάχονται εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων. Κορυφαίος δε ιδεολογικός εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης θεωρείται ο – χριστιανός επίσης – δημοσιογράφος και συγγραφέας Μισέλ Κίλο.
Ιστορία 2.000 χρόνων
Ο συριακός χριστιανισμός έχει δύο χιλιετιών ιστορία: Ο Aπόστολος Παύλος, θεωρούμενος και ιδρυτής της χριστιανικής εκκλησίας της Συρίας, λέγεται ότι είδε το φως του Χριστού στον δρόμο για τη Δαμασκό το 34 μ.Χ. Στη μικρή ορεινή πόλη Μααλούλα, στη Νότια Συρία, οι κάτοικοι μιλούν ακόμα αρχαία αραμαϊκά, τη γλώσσα του Ιησού, ενώ εκεί υπάρχουν δύο σημαντικά μοναστήρια, το ελληνορθόδοξο της Αγίας Θέκλας (Μαρ Θέκλα) και το ελληνοκαθολικό των Αγίου Σεργίου και Βάκχου (Μαρ Σάρκις).
Κοντά βρίσκεται η Σεντνάγια, η πόλη που πήρε το όνομά της από το μοναστήρι της Σεντνάγια (της Παναγίας Δέσποινας) που έχτισε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός το 547 μ.Χ. και όπου γυναίκες χριστιανές αλλά και μουσουλμάνες επί αιώνες το επισκέπτονται με την εδραιωμένη πίστη ότι ένα φιτίλι ή βαμβάκι με λάδι από το καντήλι του εικονίσματος της Παναγίας μπορεί να τις βοηθήσει να τεκνοποιήσουν. Κοντά στο Χαλέπι βρίσκεται ο ναός του Αγίου Συμεών του Στηλίτη και τα υπολείμματα της αναχωρητικής του στήλης.
Το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Αντιοχείας κρατά τα πρωτεία του χριστιανικού πληθυσμού. Σύμφωνα με στοιχεία του BBC, σήμερα έχει 503.000 μέλη, η Αρμενική Αποστολική Εκκλησία 160.000, η Συριακή Ιακωβιτική Εκκλησία 89.000. Μεταξύ των ουνιτικών Εκκλησιών που ακολουθούν τη Ρώμη, η μεγαλύτερη είναι η Ελληνοκαθολική Μελκιτική Εκκλησία με 240.000 μέλη και ακολουθούν η Συριακή Μαρωνιτική Εκκλησία της Αντιόχειας (60.000), η Αρμενική Καθολική Εκκλησία, η Συριακή Καθολική Εκκλησία και η Χαλδαϊκή Καθολική Εκκλησία.
Μέλη των αρχαιότερων εκκλησιών της Μέσης Ανατολής, οι Σύροι χριστιανοί, σε αντιστοιχία με τους ομοθρήσκους τους στο Ιράκ, προδιαγράφονται ως οι μεγάλοι χαμένοι του πολέμου, όποιο και αν είναι το τέλος του. Όποιο αποτέλεσμα προκύψει για το μεταπολεμικό μέλλον της χώρας που επί αιώνες υπήρξε μωσαϊκό συνυπαρχόντων εθνοτήτων, θρησκειών και δογμάτων, λίγες είναι οι ευνοϊκές για εκείνους προοπτικές.
Κυριολεκτικά βρίσκονται μεταξύ δύο πυρών – ισλαμιστές περισσότερο ή λιγότερο ακραίοι από τη μία και το απολυταρχικό καθεστώς του Μπασάρ Αλ Άσαντ από την άλλη, και αυτό στηριγμένο σε ισλαμικές δομές, παρά τον δεδηλωμένα κοσμικό του χαρακτήρα. Πρακτικά τελούν υπό διωγμό.
Στο σκοτάδι
Στο ξεχωριστό τους δράμα έπεσαν τα φώτα των προβολέων της διεθνούς δημοσιότητας με την πρόσφατη, στις 22 Απριλίου, απαγωγή - μυστήριο των δύο υψηλόβαθμων ιεραρχών, του Ελληνορθόδοξου μητροπολίτη Χαλεπίου Παύλου (Μπούλος Γιαζίτζι) και του Συρο-Ιακωβίτη μητροπολίτη Χαλεπίου Ιωάννη (Γιοχάννα Ιμπραήμ).
Το γεγονός, του οποίου η εξέλιξη ακόμη παραμένει άδηλη, έλαβε χώρα σε ένα περιβάλλον χαώδους και βίαιης ανομίας και συμπίπτει με τη μέχρι υπερβολής κλιμάκωση του τονισμού των ακραία ισλαμιστικών παραμέτρων της σύγκρουσης από την πλευρά του καθεστώτος Άσαντ. Αναπόφευκτα δε, προκαλεί αυξημένες ανησυχίες και εντάσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων στη Συρία: ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Αντιοχείας και Πάσης Ανατολής Ιωάννης είναι αδελφός του μητροπολίτη Παύλου.
Μέρες μετά την απαγωγή τους (στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ο οδηγός του μητροπολίτη Παύλου) ουδεμία επίσημη πληροφόρηση για την τύχη τους έχει υπάρξει. Ανεπισήμως φέρονται ζωντανοί και κρατούμενοι σε κάποιο συριακό χωριό κοντά στα σύνορα με την Τουρκία. Όμως το ποιοι τους απήγαγαν και τι ζητούν παραμένει άγνωστο, αφού ουδείς έχει αναλάβει την ευθύνη.
Την εκδοχή που αμέσως είχε σπεύσει να προβάλει το υπουργείο Θρησκευτικών Υποθέσεων στη Δαμασκό, ότι για την απαγωγή ευθύνονται «Τσετσένοι τζιχαντιστές τού – συνεργαζόμενου με την Αλ Κάιντα – Μετώπου Αλ Νούσρα», που συμμετέχει στο συριακό αντάρτικο, είχε αρχικά επαναλάβει και ο πατριάρχης Ιωάννης. Η συριακή αντιπολίτευση, που καταδίκασε την ενέργεια αυτήν, απέδωσε τα περί Τσετσένων σε καθεστωτική προβοκάτσια.
Στο μεταξύ, σκότος καλύπτει και τις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση των δύο ιεραρχών, στις οποίες έχουν εμπλακεί υπουργεία Εξωτερικών ή/και μυστικές υπηρεσίες αρκετών χωρών, όπως της Ρωσίας, της Τουρκίας, αλλά και το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών.
Πέντε μέρες μετά την απαγωγή, το Σάββατο (του Λαζάρου) 27 Απριλίου, είχε ταξιδέψει στη Βηρυτό για «επαφές» ο υφυπουργός Εξωτερικών Κώστας Τσιάρας. Αποτέλεσμα... μηδέν.
Το ίδιο Σάββατο ο πατριάρχης Αντιοχείας και Πάσης Ανατολής Ιωάννης ανέφερε σε ποιμαντορική εγκύκλιό του: «Το να μας δολοφονούν ή να μας απάγουν ή να καταστρέφουν τα ιδρύματά μας, αυτό καθόλου δεν μειώνει την απόφασή μας να είμαστε προσκολλημένοι στον πατριωτισμό μας, στην κοινή συμβίωσή μας, στην παραμονή μας στα εδάφη μας και στην αναζήτηση της αληθείας και του δικαίου της πατρίδας μας».
Η συγκεκριμένη απαγωγή συνέπεσε επίσης χρονικά (άραγε τυχαία;) με καθοριστικές αλλαγές στην ηγεσία του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου, του συντονιστικού οργάνου - ομπρέλα των οργανώσεων της αντιπολίτευσης και μόνου αποδεκτού πολιτικού μορφώματος των Σύρων αντιφρονούντων από τους συμμάχους τους σε Δύση και Ανατολή.
Στις 21 Απριλίου, στη σύνοδο των «Φίλων της Συρίας» στην Κωνσταντινούπολη, υπέβαλε την παραίτησή του ο μέχρι τότε προεδρεύων του Συμβουλίου Μόαζ Αλ Χατίμπ (σουνίτης μουσουλμάνος και πρώην ιμάμης στο Μεγάλο Τζαμί των Ομεϋαδών στη Δαμασκό), εκφράζοντας απογοήτευση επειδή ΗΠΑ και Ε.Ε. εξακολουθούν να δείχνουν απρόθυμες να εφοδιάσουν με όπλα τους αντάρτες, παρά μόνο με χρήματα και «μη φονικό» επιχειρησιακό υλικό.
Την επομένη, τη μέρα της απαγωγής των δύο επισκόπων, την προεδρία ανέλαβε ο Ζορζ Σάμπρα, χριστιανός Ελληνορθόδοξος – και παλαίμαχος κομμουνιστής, από το 1985 μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του τελούντος υπό καθεστωτική απαγόρευση Συριακού Κομμουνιστικού Κόμματος. Εντύπωση δε προκάλεσε το άμεσο σχόλιο του Μόαζ Αλ Χατίμπ για την εκλογή του διαδόχου του, την οποία, μέσω της προσωπικής του σελίδας στο Facebook χαρακτήρισε «επαίσχυντη και παράνομη».
Προσφυγιά
Μέχρι το ξέσπασμα της συριακής εξέγερσης τον Μάρτιο του 2011, οι Σύροι χριστιανοί αναλογούσαν σε λίγο πάνω από το 10% του υπολογιζόμενου σε 23 εκατομμύρια περίπου πληθυσμού της χώρας, με πλειοψηφούντες κατά 74% τους μουσουλμάνους σουνίτες, ενώ 13% ήταν μουσουλμάνοι επίσης σιίτες (αλαουίτες και ισμαηλίτες) και σε μικρότερα ακόμα πληθυσμιακά ποσοστά άλλες θρησκείες, κυρίως δρούζοι και γεζίντι - ζωροαστριστές.
Σε απόλυτους αριθμούς οι χριστιανοί έφθαναν τα 2,5 εκατομμύρια υπολογίζοντας και τους ομοθρήσκους Παλαιστίνιους από τον συνολικό προσφυγικό πληθυσμό των 450.000 περίπου στη χώρα. Ο ΟΗΕ υπολογίζει πλέον σε 1,4 εκατομμύριο τους Σύρους πρόσφυγες. Οι χριστιανοί Σύροι που εγκατέλειψαν τη χώρα έφθασαν τους 300.000 περίπου.
Δεν υπάρχει κάτοικος της Συρίας, σε όποια πολιτική, εθνική, θρησκευτική, κοινωνική και οικογενειακή φατρία και αν ανήκει, που να μην έχει υποστεί τις συνέπειες του εμφυλίου πολέμου. Όμως η άκρως επίφοβη κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί οι χριστιανοί κατά μία εκδοχή οφείλεται στο ότι, στην συντριπτική τους πλειονότητα, απέφυγαν να πάρουν τα όπλα και να στηρίξουν ανοιχτά είτε τους αντάρτες είτε το καθεστώς.
Έχει απτή υπόσταση ο φόβος τους ότι μία κυβέρνηση - διάδοχος του Άσαντ, στην οποία θα υπερισχύουν οι ισλαμιστές, θα θέσει σε κίνδυνο ή και θα καταργήσει ακόμη και τις θρησκευτικές ελευθερίες που παραδοσιακά απολάμβαναν οι χριστιανοί στη Συρία.
Υπάρχει και το προηγούμενο του Ιράκ: Σύμφωνα με στοιχεία διεθνών χριστιανικών ΜΚΟ, όπως η Open Doors, μόλις 330.000 - 350.000 χριστιανοί έχουν πλέον απομείνει στο Ιράκ από τα 1,2 εκατομμύρια που ζούσαν εκεί πριν από την αμερικανική εισβολή του 2003 και τον σεχταριστικό όλεθρο που έκτοτε ακολούθησε.
Αντίστοιχη κατάσταση εξελίσσεται και στη Συρία. Ο μελκίτης ελληνοκαθολικός πατριάρχης Γρηγόριος ΙΙΙ Λάχαμ έλεγε προσφάτως ότι περισσότεροι από χίλιοι χριστιανοί έχουν σκοτωθεί και πως «ολόκληρα χωριά έχουν εκκαθαριστεί από τους χριστιανούς κατοίκους τους». Πάνω από 40 δε εκκλησίες όλων των δογμάτων έχουν καταστραφεί.
Ακραίο παράδειγμα, η πόλη Χομς (η ελληνιστική Έμεσσα), της οποίας ο χριστιανικός πληθυσμός (κάπου 40.000 υπολογιζόταν στην πόλη και την ευρύτερη περιφέρεια) έχει σχεδόν εκμηδενιστεί. Κυβερνητικοί βομβαρδισμοί, στοχευμένες δολοφονίες, απαγωγές και εκβιασμοί οδήγησαν τους μη μουσουλμάνους κατοίκους της πόλης στον θάνατο ή τη φυγή.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, το εναντίον των χριστιανών μένος οφείλεται στο ότι εξέχοντα στελέχη των χριστιανικών κοινοτήτων εκμεταλλεύτηκαν σε βαθμό προνομιακό το μειονοτικό τους καθεστώς, συμμαχώντας με τη μειονοτική επίσης ελίτ της εξουσίας των αλαουιτών.
- Ουδενός διαφεύγει στη Συρία ότι Ελληνορθόδοξος χριστιανός ήταν και ο Μισέλ Άφλακ, εκ των συνιδρυτών του κυβερνώντος κόμματος Μπάαθ.
- Χριστιανοί είχαν ανέλθει αρκετά ψηλά στην ιεραρχία του κόμματος, της κυβέρνησης και του στρατού, όμως γενικά ουδέποτε είχε θεωρηθεί ότι κατείχαν αρκετά μεγάλη δύναμη σε σύγκριση με αλαουίτες και σουνίτες ακόμα ομοεθνείς τους.
- Στη μεσαία τάξη οι περισσότεροι διαθέτουν υψηλότερο του μέσου όρου μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο. Φυσικά δε, όπως οι πάντες στη χώρα, είχαν άκρως περιορισμένες πολιτικές ελευθερίες.
Αλαουίτες έχουν προσχωρήσει στην αντίσταση. Μάλιστα αποκήρυξαν δημοσίως το καθεστώς του ομοδόξου τους Μπασάρ Αλ Άσαντ σε συνέδριό τους στο Κάιρο, στις 24 Μαρτίου, με διακήρυξη που ανέγνωσε ο εκπρόσωπός τους Άλι Νταϊούμπ. Χριστιανοί ακτιβιστές έχουν επανδρώσει τις γραμμές του Ελεύθερου Συριακού Στρατού και μάχονται εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων. Κορυφαίος δε ιδεολογικός εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης θεωρείται ο – χριστιανός επίσης – δημοσιογράφος και συγγραφέας Μισέλ Κίλο.
Ιστορία 2.000 χρόνων
Ο συριακός χριστιανισμός έχει δύο χιλιετιών ιστορία: Ο Aπόστολος Παύλος, θεωρούμενος και ιδρυτής της χριστιανικής εκκλησίας της Συρίας, λέγεται ότι είδε το φως του Χριστού στον δρόμο για τη Δαμασκό το 34 μ.Χ. Στη μικρή ορεινή πόλη Μααλούλα, στη Νότια Συρία, οι κάτοικοι μιλούν ακόμα αρχαία αραμαϊκά, τη γλώσσα του Ιησού, ενώ εκεί υπάρχουν δύο σημαντικά μοναστήρια, το ελληνορθόδοξο της Αγίας Θέκλας (Μαρ Θέκλα) και το ελληνοκαθολικό των Αγίου Σεργίου και Βάκχου (Μαρ Σάρκις).
Κοντά βρίσκεται η Σεντνάγια, η πόλη που πήρε το όνομά της από το μοναστήρι της Σεντνάγια (της Παναγίας Δέσποινας) που έχτισε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός το 547 μ.Χ. και όπου γυναίκες χριστιανές αλλά και μουσουλμάνες επί αιώνες το επισκέπτονται με την εδραιωμένη πίστη ότι ένα φιτίλι ή βαμβάκι με λάδι από το καντήλι του εικονίσματος της Παναγίας μπορεί να τις βοηθήσει να τεκνοποιήσουν. Κοντά στο Χαλέπι βρίσκεται ο ναός του Αγίου Συμεών του Στηλίτη και τα υπολείμματα της αναχωρητικής του στήλης.
Το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Αντιοχείας κρατά τα πρωτεία του χριστιανικού πληθυσμού. Σύμφωνα με στοιχεία του BBC, σήμερα έχει 503.000 μέλη, η Αρμενική Αποστολική Εκκλησία 160.000, η Συριακή Ιακωβιτική Εκκλησία 89.000. Μεταξύ των ουνιτικών Εκκλησιών που ακολουθούν τη Ρώμη, η μεγαλύτερη είναι η Ελληνοκαθολική Μελκιτική Εκκλησία με 240.000 μέλη και ακολουθούν η Συριακή Μαρωνιτική Εκκλησία της Αντιόχειας (60.000), η Αρμενική Καθολική Εκκλησία, η Συριακή Καθολική Εκκλησία και η Χαλδαϊκή Καθολική Εκκλησία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου