Την εβδομάδα που κύλησε ο καθηγητής Αχμέτ Νταβούτογλου ανέλαβε νέος υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αλλαγή αυτή στην ηγεσία της τουρκικής διπλωματίας θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη διεθνή συμπεριφορά της Άγκυρας, κυρίως έναντι των γειτόνων της.
Χρόνια είχε να δει το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών εξωκοινοβουλευτικό υπουργό και μάλιστα ακαδημαϊκό! Την τελευταία φορά που είχε αναλάβει εξωκοινοβουλευτικός την αρχηγία της τουρκικής διπλωματίας ήταν ο πρέσβης Βαχίτ Χαλέφογλου, ο οποίος είχε διοριστεί υπουργός στην πρώτη κυβέρνηση του Τουργκούτ Οζάλ (ΑΝΑΡ) το 1983. Ήταν η περίοδος της «επανόδου στη δημοκρατία» ύστερα από πολυετές στρατιωτικό καθεστώς και οι συνθήκες επέβαλλαν μια σταθερή πορεία στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας, φυσικά υπό τον απόλυτο έλεγχο του κεμαλικού κατεστημένου. Άλλωστε, σε παρόμοιες καταστάσεις η παράδοση ήθελε το πηδάλιο του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών να παραδίδεται σε επιφανή μέλη του διπλωματικού σώματος. Έτσι, από το πέρασμα στον πολυκομματισμό (1945) έως σήμερα προηγήθηκαν του Νταβούτογλου άλλοι οκτώ εξωκοινοβουλευτικοί στον θώκο του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. Ποιος είναι όμως αυτός ο άγνωστος στο ευρύ κοινό, αλλά πολυπράγμων και δραστήριος ακαδημαϊκός που ανέλαβε τις εξωτερικές σχέσεις της γείτονος;
Ο Α. Νταβούτογλου (1959), γόνος Τουρκομάνων, κατάγεται από την Τασκένδη, κώμη της μεσημβρινής επαρχίας του Ικονίου. Σε μικρή ηλικία, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Πόλη. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο αρρεναγωγείο της Κωνσταντινουπόλεως (IΕL) και εισήχθη στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου, από το οποίο αποφοίτησε ως οικονομικός και πολιτικός επιστήμονας στις αρχές της δεκαετίας 1980. Ο διευθυντής της διδακτορικής του διατριβής στις πολιτικές επιστήμες και διεθνείς σχέσεις δεν ήταν άλλος από τον γνωστό ακαδημαϊκό καθηγητή Σερίφ Μάρντιν. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 δέχτηκε πρόταση από το Διεθνές Ισλαμικό Πανεπιστήμιο στην Κουάλα Λουμπούρ, το οποίο ιδρύθηκε από την Ισλαμική Διάσκεψη (ΟΙΔ), και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Μαλαισία. Είχε απορρίψει παρόμοια θέση σε πανεπιστήμιο της Βόρειας Αμερικής. Το 1995 επιστρέφει στη χώρα του και εργάζεται αρχικά στο Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά (ΜU) και αργότερα στο Πανεπιστήμιο του Μπέικεντ (ΒU).
Η ενασχόλησή του με τα κοινά ανάγεται στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Τότε πρωτογνώρισε τον Αμπντουλάχ Γκιουλ, τον νυν Πρόεδρο Δημοκρατίας, και λίγο αργότερα ήρθε σε επαφή και με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η συνεργασία τους επισημοποιήθηκε με την ορκωμοσία της κυβέρνησης Γκιουλ, λίγο μετά την εκλογική νίκη του ΑΚΡ το 2002. Ο Νταβούτογλου έγινε σύμβουλος του τούρκου πρωθυπουργού σε θέματα διεθνών σχέσεων και εξωτερικής πολιτικής. Ένα χρόνο μετά, με κοινή απόφαση του Προέδρου Αχμέτ Νετζντέτ Σεζέρ και του πρωθυπουργού Α. Γκιουλ, ανακηρύχτηκε πρέσβης εκ προσωπικοτήτων. Διατήρησε τη θέση του συμβούλου και επί πρωθυπουργίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για να διοριστεί, τελικά, την Πρωτομαγιά επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών.
Την επταετία που πέρασε, ως σύμβουλος πρωθυπουργού, ο Νταβούτογλου υπήρξε από τους κυριότερους παράγοντες που επηρέασαν την αναμόρφωση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και έθεσαν τις βάσεις που της επιτρέπουν να κινείται σχεδόν ως αντάξια μιας περιφερειακής δύναμης. Θεωρείται ο κυρίως υπεύθυνος για τη διπλωματική υπερδραστηριότητα που παρουσιάζει η τουρκική κυβέρνηση στα τέσσερα σημεία της υφηλίου. Μεθοδικός και εργατικός, κατάφερε σε λίγο διάστημα να αναδείξει την Άγκυρα σε επίδοξο επιδιαιτητή των συγκρούσεων της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και να την κάνει μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί του νέου υπουργού είναι γνωστοί από τα πονήματα που έχει δημοσιεύσει. Η Τουρκία, λέει, για να μπορέσει να γίνει περιφερειακή δύναμη πρέπει να ακολουθήσει μια πολυδιάστατη πολιτική. Αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν κατορθώσει να χρησιμοποιήσει το «στρατηγικό της βάθος». Τα στοιχεία εκείνα δηλαδή που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κατέχει ή μπορεί να εκμεταλλευτεί για να προωθήσει τα εθνικά συμφέροντά της. Η γεωγραφική της τοποθεσία ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή της δίνει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες χώρες. Συνεπώς, η Άγκυρα πρέπει να επωφεληθεί από την εγγύτητα με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, οι οποίες είναι πλούσιες σε φυσικές πηγές ενέργειας, και να καλλιεργήσει με αυτές στενές πολιτικές και οικονομικές σχέσεις. Αυτή η ισόρροπη πολιτική μεταξύ Ανατολής και Δύσης θα της αποφέρει πολλαπλάσια στρατηγικά οφέλη που θα της εξασφαλίσουν την πολυπόθητη θέση στο διεθνές στερέωμα. Ωστόσο, η αύξηση της ισχύος και του διεθνούς κύρους που επιδιώκει η Άγκυρα μπορεί να εμποδιστεί ή να πληγεί από διαφορές που ενδέχεται να προκύψουν με τις γειτονικές χώρες. Επομένως, πρέπει να καμφθούν όλες οι αντιδράσεις των ανταγωνιστικών χωρών στην περιοχή, ούτως ώστε να εκλείψουν ουσιαστικά όλες οι διαμάχες που χρονίζουν γύρω από ζητήματα ζωτικής σημασίας για τα τουρκικά εθνικά συμφέροντα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η Ελλάδα, χώρα που επιδιώκει να διατηρήσει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή, αναμένεται να δεχτεί περαιτέρω πιέσεις στο προσεχές διάστημα. Ήδη ο νέος υπουργός έκανε γνωστές τις προθέσεις του ανακοινώνοντας ότι το πρώτο ταξίδι στο «εξωτερικό» θα το πραγματοποιήσει στα κατεχόμενα! Μένει να δούμε πώς σκοπεύει να αντιμετωπίσει έναν τέτοιου ασυνήθιστου μεγέθους υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, όπως ο Νταβούτογλου, η επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
http://geopolitics-gr.blogspot.com/2009/05/blog-post_4708.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου