Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009

Ποιοί επιθυμούν την αποδόμηση της ιστορίας;

Του Θεόδωρου Γ. Σκαπινάκη
Δικηγόρος και Μεταπτυχιακός φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Από πού προέρχονται όλα αυτά τα ωστικά κύματα κριτικής που έχουν ως σκοπό την αποδόμηση της Ιστορίας; Σε ποιες ράγες ‘τρέχει’ αυτή η αμφισβήτηση; Ξαφνικά ο ελληνικός λαός πληροφορείται από μερίδα πανεπιστημιακών ‘ειδικών’ ότι η ιστορική του μνήμη είναι κάλπικη.
Ο λαός μαθαίνει ότι τα σχολικά βιβλία είναι γεμάτα από εθνικιστικούς και θρησκευτικούς μύθους, από δοξασίες επικίνδυνες, διότι μάς διεγείρουν στην σύγκρουση και τον πόλεμο με τους γειτονικούς λαούς. Κάθε κοινωνικό κακό αποδίδεται στην εθνικιστική αντιεπιστημονικότητα και συντηρητική φαυλότητα των παλαιών βιβλίων. Οι Έλληνες καλούνται να αποδεχθούν το ‘στρογγύλεμα’ της ιστορικής αλήθειας, να γίνουν πιο ‘επιστημονικοί’ με την Ιστορία τους, να υποφέρουν σιωπηλά την απόκρυψη γεγονότων για το καλό των διεθνών σχέσεων της Χώρας.
Οι ήρωες και οι αγωνιστές αναθεωρούνται σε επικίνδυνους βαρβάρους και εγκληματίες, γιατί τάχα, όπως δεν έδιναν σημασία για την δική τους ζωή, έτσι δεν εκτιμούσαν και τις ζωές που αφαιρούσαν. Τα πολεμικά κατορθώματα (από)καθηλώνονται, γιατί προτείνουν έναν ιδανικό επικίνδυνο για την σημερινή ειρήνη. Οι Έλληνες καλούνται να γίνουν πιο προσεκτικοί με το ποιους έχουν σε υπόληψη, ενώ παραινούνται να αναγνωρίσουν αξία σε νέες προσωπικότητες, που είχε σκεπάσει η (sic!) ‘συντηρητική’ ιδεολογία του παρελθόντος. Δεν είναι εποχή για ήρωες (αυτός ο ανθρωπολογικός τύπος είναι επικίνδυνος!), δεν είναι εποχή για Εκκλησίες (αυτές ήσαν πάντοτε αρνητικές για την κοινωνία!), δεν είναι εποχή για Έλληνες (ο πολυπολιτισμός είναι πιο μοντέρνος και ωφέλιμος!).
Για να καθιερωθεί και να δικαιολογηθεί πειστικά το νέο ιδεολογικό καθεστώς του πολιτικώς ορθού χρειάζεται την δική του αφήγηση, να ανασκευαστεί το ιστορικό παρελθόν, ώστε να δικαιολογεί ως φυσιολογική εξέλιξη την επιχειρούμενη τωρινή αλλαγή πορείας. Για να διευκολυνθεί το ‘εθνοαπολυμαντικό’ έργο πρέπει η αναγκαία πλειοψηφία να πεισθεί είτε ότι το παρελθόν ήταν γενικά κακό και σήμερα πρέπει να αλλάξει, λόγω νεοτέρων συνθηκών, είτε ότι το παρελθόν ήταν διαφορετικό απ’ ό,τι νομίζαμε και συνεπώς ζούμε σε αντίφαση προς την αληθινή ιστορική πραγματικότητα, που μόλις προσφάτως διεκόπη λόγω της (sic!) ανορθόδοξης επιβολής παραγόντων, όπως η Εκκλησία και η ζοφερή Επταετία! Δηλ. προτείνεται αφ’ ενός επανάσταση ενάντια στο κακό παρελθόν αφ’ ετέρου επανάσταση υπέρ του καλού παρελθόντος που απλώς είχαμε λησμονήσει δίκην ‘συντηρητικής’ συνωμοσίας.
Στην πρώτη περίπτωση-μέθοδο ο πολύς κόσμος αντιδρά απότομα στην νέα αφήγηση και τους ‘λειτουργούς’ της, γιατί δεν δέχεται εύκολα να στιγματίζεται σκόπιμα το παρελθόν του, στην δεύτερη ευγνωμονεί τους ‘χειραφέτες’ του που τού θύμισαν τον δήθεν πραγματικό εαυτό του. Αμφότερες δοκιμάστηκαν στο ίδιο σχολικό βιβλίο Ιστορίας: Η πρώτη μέθοδος εφαρμόστηκε με το δήθεν γεγονός ότι «στην προκυμαία της Σμύρνης οι Έλληνες απλώς συνωστίζονταν». Το εγχείρημα στέφθηκε με αποτυχία.
Οι ‘αφηγητές’ δεν είχαν προβλέψει τόση αντίδραση. Η προϊούσα αλαζονεία τους, λόγω ανεμπόδιστης μέχρι πρότινος ‘προέλασης’ στα Μ.Μ.Ε., τούς εμπόδισε να αφουγκραστούν το γεγονός ότι μερικοί ακόμη θυμούνται. Ο δεύτερος τρόπος ήταν π.χ. η προβολή της γυναίκας στην ελληνική ιστορία: ο ιδιότυπος αναχρονισμός και η υπερανάδειξη του γυναικείου παράγοντα με συγκρίσεις ακατάλληλες, όπως ότι ανάμεσα στους 6 μεγαλύτερους Έλληνες λογοτέχνες του 19ου αιώνα συγκαταλέγονται η Ελισάβετ Μαρτινέγκου και η Καλλιρόη Παρρέν τυγχάνει σαφώς ευμενέστερης υποδοχής από το κοινό, γιατί κολακεύει τον μισό ελληνικό λαό. Η ‘ποσόστωση’ στην Ιστορία πιάνει τόπο, γιατί κανείς δεν θα τολμήσει να αντιδράσει ενάντια στα συμφέροντα του 51% των πολιτών. Το έμμεσο ψέμα εν προκειμένω είναι ακαταμάχητο. Η συγγραφική ομάδα εδώ πιάνει τον παλμό της ελληνικής κοινωνίας: το πολιτικώς ορθό είναι η πιο ταχέως αναπτυσσόμενη ιδεολογία στις ημέρες μας, επιβάλλεται άλλως τε από το ίδιο το κράτος διά των ποσοστώσεων (θετική δράση).
Η ιδεολογία του ‘πολιτικώς ορθού’ είναι μια αρρωστημένη εφαρμογή ενός (πολιτιστικού) μαρξισμού. Οι μεταξύ τους ομοιότητες είναι προφανείς:
α) Και οι δύο είναι ολοκληρωτικές ιδεολογίες άλλοτε ήπιες (παρακώλυση της ακαδημαϊκής καριέρας του ‘αντιφρονούντα’ και εφαρμογή οργανωμένης ιδεολογικής τρομοκρατίας) άλλοτε σκληρότερες (‘δολοφονία χαρακτήρων’ μετ’ επιτάσεως της ιδεολογικής τρομοκρατίας και επιβολή ποινών, ακόμη και φυλάκισης, όπως επιβλήθηκε π.χ. στον Βρετανό ιστορικό David Irving για την άρνηση του Ολοκαυτώματος).
β) Και οι δύο είναι υπέρ της μονοσήμαντης ερμηνείας/εξήγησης της Ιστορίας, δηλ. ένας μόνος παράγοντας είναι ικανό εργαλείο για την ερμηνεία της κακοδαιμονίας μας (βλ. καπιταλιστική καταπίεση της εργατικής τάξης από τους εκάστοτε δυνατούς, το obiter dictum της οποίας εν Ελλάδι είναι ότι η ελληνοχριστιανική παράδοση δεν μάς επιτρέπει να εκσυγχρονιστούμε).
γ) Κάποιες ομάδες θεωρούνται a priori ‘καλές’ και κάποιες άλλες ‘κακές’. Τον ρόλο του ‘καλού’ τελευταία μονοπωλούν οι πάσης φύσεως μειονότητες, ενώ τον ρόλο του ‘κακού’ η ‘ελληνοχριστιανική’ πλειοψηφία, η οποία ενοχοποιείται σε τακτική βάση για να μην διανοηθεί να αντιδράσει. Οι αγιοποιημένες μειονότητες απασχολούν περισσότερο τις ακαδημαϊκές πένες, γίνονται πιο σημαντικές, κριτήριο πολιτισμού της κοινωνίας: τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων στο γάμο και την υιοθεσία τέκνων, τα δικαιώματα των μουσουλμάνων ως Τούρκων, των ανύπαρκτων σλαβοφώνων ‘Μακεδόνων’, των ‘αδύναμων’ γυναικών (αλήθεια που έγκειται η ‘μειονεξία’ της σύγχρονης γυναίκας;) και των (λαθρο)μεταναστών λαμβάνουν μέρος σε έναν ιδιότυπο πλειοδοτικό πλειστηριασμό με αποτέλεσμα τα δικαιώματά τους να υπεραναπτύσσονται δι’ ενός κυριολεκτικά γελοιοποιητικού ‘ξεχειλώματος’ (βλ. π.χ. πρόσφατο νόμο για την σεξουαλική παρενόχληση, ο οποίος μεταθέτει το βάρος απόδειξης στον εναγόμενο!)
δ) Και οι δύο χρησιμοποιούν την τακτική της απαλλοτρίωσης των δικαιωμάτων του άλλου για να υπερισχύσουν: η επιβολή του μεγαλύτερου μέτρου ανισότητας που επινοήθηκε ποτέ, η ποσόστωση, είναι ακριβώς αυτό. Τα δικαιώματα του αξιότερου απαλλοτριώνονται χωρίς αποζημίωση υπέρ των μειονεκτούντων, χωρίς, ωστόσο, να είναι υπαρκτή πάντοτε αυτή η μειονεξία. Με τον ίδιο τρόπο π.χ. που κάποτε η ιδιότητα του μέλους της πλειοψηφίας παρείχε προνόμια άνευ άλλου τινός παραβιάζοντας την ισότητα, τώρα τα παρέχει η ιδιότητα ως μέλους μιας μειοψηφίας. Με άλλοθι την ισότητα επιβάλλεται η πολιτικώς ορθή ανισότητα και στρεβλώνεται το περιβάλλον αξιοκρατίας και υγιούς ανταγωνισμού για την επίτευξη αμφίβολων αποτελεσμάτων στον τομέα της πολιτισμικής και κοινωνικής προόδου.
Αυτοί που πολεμούν για τα δικαιώματα του ανθρώπου ενάντια στην κρατική επέμβαση, αυτοί οι ίδιοι στις ημέρες μας έχουν καταλάβει, συνήθως με ύποπτο τρόπο μάλιστα, θέσεις στην κρατική μηχανή για να επιβάλλουν ‘δημοκρατικά’ τις δικές τους απόψεις, την ιδεολογία τους. Είναι το κλασικό σύμπτωμα του ‘εθνοσωτήρα’ που με την ανάληψη της εξουσίας μεταμορφώνεται σε τύραννο στην θέση του προκατόχου του τυράννου. Οι ισχυρότεροι εκπρόσωποι της νέας τάσης είναι νεόκοποι καθηγητές που έχουν αναπτύξει ισχυρότατους δεσμούς με ‘άρχοντες των ΜΜΕ’ και χρηματοδότες του εξωτερικού (βλ. πρόσφατο παράδειγμα του CDRSEE, το οποίο χρηματοδοτείται από πλειάδα συμφερόντων, όπως το Υπουργείο Εξωτερικών των Η.Π.Α., ο Οργανισμός των Η.Π.Α. για τη Διεθνή Ανάπτυξη, το Υπουργείο Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, το Σύμφωνο Σταθερότητας για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη κ.ά).
Η πολιτικώς ορθή ιστοριογραφία, η ‘light’ ή ‘pink clouds’ Ιστορία δεν πρόκειται να επιτύχει τον διακηρυγμένο καλοπροαίρετο σκοπό της: την συναδέλφωση των λαών, γιατί υποθάλπει το συστατικό κάθε δηλητηριασμένης σχέσης με ελάχιστες πιθανότητες ευτυχούς τέλους: το ψέμα με την μορφή του εξωραϊσμού και της παράλειψης, που όταν κάποτε ανακαλύπτεται –και αυτό η Ιστορία διδάσκει ότι είναι αναπόδραστο- το συναίσθημα της διάψευσης βλάπτει θανάσιμα ό,τι κτίσθηκε. Η μεταγενέστερη αποκάλυψη της αλήθειας θα ξυπνήσει ακραία αντανακλαστικά και κοινωνικές συγκρούσεις που θα μπορούσαν να αποφευχθούν απλώς τηρώντας το αυτονόητο: κρατώντας το σύστημα της εξωθεσμικά χρηματοδοτούμενης ιδεολογίας έξω από το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πολιτικά Θέματα» με τον τίτλο «Ο μαρξισμός ξανάρχεται με πολιτιστική προβιά», τ. 1566, σελ. 32-35, 23.04.2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου