Με εξωτερικό δημόσιο χρέος γύρω στο 125% του ΑΕΠ σήμερα και με το πιο ευοίωνο σενάριο να το ανεβάζει σε κάνα δυο χρονάκια στο 150%, δεν έχουμε και πολλούς δρόμους να πορευτούμε. Ή μας τρώει ή το τρώμε. Η κυβέρνηση προς το παρόν ακολουθεί τον πρώτο ανθρωποφαγικό δρόμο. Υπάρχει όμως και ο δεύτερος, εξ ίσου εφικτός: να το «φάμε», δηλαδή εμείς, είτε ολόκληρο με μια χαψιά, είτε μέρος του, μπουκίτσες, μπουκίτσες...
Πολλές χώρες στα μεταπολεμικά χρόνια πήραν τη γενναία απόφαση να διαγράψουν μέρος τους χρέους τους, με πιο πρόσφατη και πιο γνωστή την περίπτωση της Αργεντινής. Ο λόγος που οι καταχρεωμένες χώρες δεν πράττουν το αυτονόητο είναι κυρίως δυο. Είτε οι κυβερνώντες βρίσκουν τον δανεισμό ως το προσφορότερο μέσο για ν’ αυξάνουν εις το διηνεκές και άκοπα τα περιουσιακά τους στοιχεία, υπεξαιρώντας μέρος των δανείων, είτε φοβούνται ότι θα αποκλειστούν από τις αγορές ως τιμωρία. Αυτό το δεύτερο έχει αποδειχτεί στην πράξη ότι δεν πολυισχύει. Ο αγορές δεν θέλουν τα κεφάλαιά τους να κοιμούνται και ο αποκλεισμός συνήθως κρατάει πολύ λίγα χρόνια.
Προφανώς με δάκτυλο των ισχυρών πιστωτριών χωρών του Βορρά, δεν υπάρχει σήμερα κάποιο νομοθετικό πλαίσιο, ή κάποιος διεθνής ανεξάρτητος οργανισμός στον οποίο να μπορούν να καταφεύγουν οι καταχρεωμένες χώρες για να απαλλαγούν νομίμως από το σύνολο ή μέρος των δανείων τους, χαρακτηρίζοντάς τα παράνομα ή απεχθή.
Παρά ταύτα ΜΚΟ και οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στην υπόθεση διαγραφής χρεών του τρίτου κυρίως κόσμου, έχουν διατυπώσει διάφορα επιχειρήματα, ηθικά, πολιτικά, οικονομικά, νομικά και περιβαλλοντικά, τα οποία μια χώρα μπορεί να επικαλεστεί και να προβάλλει προς τους πιστωτές της. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ως απεχθές χαρακτηρίζεται ένα χρέος στο οποίο συντρέχει ένα από τα τρία: 1) είτε έχει συναφθεί από δικτατορικά/δεσποτικά καθεστώτα με στόχο την εδραίωση της θέσης τους, 2) είτε τα χρήματα αυτά δεν πήγαν προς το συμφέρον του λαού, παρά ιδιοποιήθηκαν από το στενό περιβάλλον των κυβερνώντων και 3) είτε η ως άνω κατάσταση ήταν εις γνώσιν των πιστωτών, δηλαδή όταν λείπει η συναίνεση, όταν δεν υπάρχουν οφέλη για το λαό, και όταν οι πιστωτές γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι δεν θα υπάρξουνε οφέλη.
Ο χαρακτηρισμός ενός χρέους ως παράνομου δεν έχει νομική υπόσταση. Με τα χρόνια όμως έχουν διαμορφωθεί κάποια κριτήρια από διάφορες περιπτώσεις που αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς. Τέτοια είναι, όταν 1) το χρέος συνάπτεται από δικτατορικά καθεστώτα, 2) τα επιτόκια δανεισμού είναι υπερβολικά, 3) υπάρχει γνώση ότι η χώρα δεν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει και 4) οι όροι που επιβάλλονται (συνήθως από ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα) εξοντώνουν οικονομικά τη χώρα με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η δυνατότητα αποπληρωμής.
Στα καθ’ ημάς, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι το συσσωρευμένο από το 1980 και εντεύθεν εξωτερικό χρέος, δεν είναι στο σύνολό του καθαρό. Έχουν φτάσει στ’ αυτιά μου, μπορεί και στα δικά σας, φήμες για μίζες και παράνομους πλουτισμούς, για εξοπλισμούς που δεν παρελήφθησαν ή παρελήφθησαν ελαττωματικοί και διάφορα άλλα ανήκουστα. Κοντολογίς, μας έρχεται να πληρώσουμε ένα παρα-φουσκωμένο λογαριασμό για τον οποίον οι πλείστοι εξ ημών δεν έχουμε την παραμικρή ιδέα, για το πώς προέκυψε. Το να ζητήσουμε λοιπόν, όπως θα έκανε κάθε συνετός νοικοκύρης, το άνοιγμα όλων των δανειακών συμβάσεων από κάποιο χρόνο και μετά, κάθε άλλο παρά αποκοτιά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Το αντίθετο μάλιστα.
Για καλή μας τύχη, κάτι τέτοιο επιχείρησε προσφάτως, και εστέφθη μάλιστα με επιτυχία, ο Πρόεδρος του Εκουαδόρ, Ραφαέλ Κορρέα. Ο Κορρέα ανέλαβε πρόεδρος τον Ιανουάριο του 2007, και τον Ιούλιο του ιδίου έτους, είχε ήδη συστήσει διεθνή επιτροπή με σκοπό την επανεξέταση των δανειακών συμβάσεων της χώρας, αρχής γενομένης από το 1976, παρά το γεγονός ότι το χρέος που είχε παραλάβει, γύρω στα 11 δις δολάρια, αντιπροσώπευε το 25% του ΑΕΠ. Η επιτροπή αυτή, παρά τις δυσκολίες που συνάντησε, και δουλεύοντας εντατικά για ενάμιση περίπου χρόνο, κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει ότι ένα μέρος του χρέους ήταν όντως απεχθές. Για παράδειγμα, βρέθηκε ότι οι Citigroup Inc., και J. P. Morgan κάποια στιγμή μονομερώς, και χωρίς την τυπική έγκριση της κυβέρνησης, είχαν προβεί σε αναδιάρθρωση αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού σε τιμές γύρω στο 10%-12%. Επίσης, ότι τα 2/3 των δανειακών υποχρεώσεων ήταν για αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού, και το χειρότερο όλων, ότι το 86% των νέων δανείων πήγαιναν για αποπληρωμή των παλαιών.
Με το πόρισμα αυτό, των 172 σελίδων, στο χέρι και με την υποστήριξη του λαού του Εκουαδόρ, ιδίως των ιθαγενών, πάγιο αίτημα των οποίων ήταν η διαλεύκανση του χρέους, αλλά και άλλων κρατών της Λατινικής Αμερικής, τον Νοέμβριο του 2008, ο Κορρέα προχώρησε σε στάση πληρωμών. Τον δε Απρίλιο του επόμενου έτους, η υπουργός του επί των οικονομικών σε ταξίδι της στην Ευρώπη κατόρθωσε να έρθει σε συμφωνία με το 91% των πιστωτών και να αγοράσει παλιά ομόλογα που έληγαν το 2012 και 2030 στο 35% της αξίας τους.
Με βάση τα προηγούμενα, η Ελλάδα, θα μπορούσε να βρει αρκετά πατήματα για να χαρακτηρίσει μέρος του χρέους είτε παράνομο είτε απεχθές, και να το αρνηθεί, αρκεί να υπάρξει η κατάλληλη λαϊκή κινητοποίηση που θα απαιτήσει από την παρούσα κυβέρνηση (απίθανο) ή από μια προσεχή, το άνοιγμα των μαύρων βιβλίων. Ακολουθώντας τα βήματα του Κορρέα και την τεχνογνωσία που αποκτήθηκε, κάτι τέτοιο φαντάζει παραπάνω από εφικτό. Ας μην ξεχνάμε ότι το ζήτημα αντιμετώπισης του χρέους είναι πάνω απ’ όλα πολιτικό.
Πολλές χώρες στα μεταπολεμικά χρόνια πήραν τη γενναία απόφαση να διαγράψουν μέρος τους χρέους τους, με πιο πρόσφατη και πιο γνωστή την περίπτωση της Αργεντινής. Ο λόγος που οι καταχρεωμένες χώρες δεν πράττουν το αυτονόητο είναι κυρίως δυο. Είτε οι κυβερνώντες βρίσκουν τον δανεισμό ως το προσφορότερο μέσο για ν’ αυξάνουν εις το διηνεκές και άκοπα τα περιουσιακά τους στοιχεία, υπεξαιρώντας μέρος των δανείων, είτε φοβούνται ότι θα αποκλειστούν από τις αγορές ως τιμωρία. Αυτό το δεύτερο έχει αποδειχτεί στην πράξη ότι δεν πολυισχύει. Ο αγορές δεν θέλουν τα κεφάλαιά τους να κοιμούνται και ο αποκλεισμός συνήθως κρατάει πολύ λίγα χρόνια.
Προφανώς με δάκτυλο των ισχυρών πιστωτριών χωρών του Βορρά, δεν υπάρχει σήμερα κάποιο νομοθετικό πλαίσιο, ή κάποιος διεθνής ανεξάρτητος οργανισμός στον οποίο να μπορούν να καταφεύγουν οι καταχρεωμένες χώρες για να απαλλαγούν νομίμως από το σύνολο ή μέρος των δανείων τους, χαρακτηρίζοντάς τα παράνομα ή απεχθή.
Παρά ταύτα ΜΚΟ και οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στην υπόθεση διαγραφής χρεών του τρίτου κυρίως κόσμου, έχουν διατυπώσει διάφορα επιχειρήματα, ηθικά, πολιτικά, οικονομικά, νομικά και περιβαλλοντικά, τα οποία μια χώρα μπορεί να επικαλεστεί και να προβάλλει προς τους πιστωτές της. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ως απεχθές χαρακτηρίζεται ένα χρέος στο οποίο συντρέχει ένα από τα τρία: 1) είτε έχει συναφθεί από δικτατορικά/δεσποτικά καθεστώτα με στόχο την εδραίωση της θέσης τους, 2) είτε τα χρήματα αυτά δεν πήγαν προς το συμφέρον του λαού, παρά ιδιοποιήθηκαν από το στενό περιβάλλον των κυβερνώντων και 3) είτε η ως άνω κατάσταση ήταν εις γνώσιν των πιστωτών, δηλαδή όταν λείπει η συναίνεση, όταν δεν υπάρχουν οφέλη για το λαό, και όταν οι πιστωτές γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι δεν θα υπάρξουνε οφέλη.
Ο χαρακτηρισμός ενός χρέους ως παράνομου δεν έχει νομική υπόσταση. Με τα χρόνια όμως έχουν διαμορφωθεί κάποια κριτήρια από διάφορες περιπτώσεις που αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς. Τέτοια είναι, όταν 1) το χρέος συνάπτεται από δικτατορικά καθεστώτα, 2) τα επιτόκια δανεισμού είναι υπερβολικά, 3) υπάρχει γνώση ότι η χώρα δεν θα μπορέσει να ανταπεξέλθει και 4) οι όροι που επιβάλλονται (συνήθως από ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα) εξοντώνουν οικονομικά τη χώρα με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η δυνατότητα αποπληρωμής.
Στα καθ’ ημάς, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ότι το συσσωρευμένο από το 1980 και εντεύθεν εξωτερικό χρέος, δεν είναι στο σύνολό του καθαρό. Έχουν φτάσει στ’ αυτιά μου, μπορεί και στα δικά σας, φήμες για μίζες και παράνομους πλουτισμούς, για εξοπλισμούς που δεν παρελήφθησαν ή παρελήφθησαν ελαττωματικοί και διάφορα άλλα ανήκουστα. Κοντολογίς, μας έρχεται να πληρώσουμε ένα παρα-φουσκωμένο λογαριασμό για τον οποίον οι πλείστοι εξ ημών δεν έχουμε την παραμικρή ιδέα, για το πώς προέκυψε. Το να ζητήσουμε λοιπόν, όπως θα έκανε κάθε συνετός νοικοκύρης, το άνοιγμα όλων των δανειακών συμβάσεων από κάποιο χρόνο και μετά, κάθε άλλο παρά αποκοτιά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Το αντίθετο μάλιστα.
Για καλή μας τύχη, κάτι τέτοιο επιχείρησε προσφάτως, και εστέφθη μάλιστα με επιτυχία, ο Πρόεδρος του Εκουαδόρ, Ραφαέλ Κορρέα. Ο Κορρέα ανέλαβε πρόεδρος τον Ιανουάριο του 2007, και τον Ιούλιο του ιδίου έτους, είχε ήδη συστήσει διεθνή επιτροπή με σκοπό την επανεξέταση των δανειακών συμβάσεων της χώρας, αρχής γενομένης από το 1976, παρά το γεγονός ότι το χρέος που είχε παραλάβει, γύρω στα 11 δις δολάρια, αντιπροσώπευε το 25% του ΑΕΠ. Η επιτροπή αυτή, παρά τις δυσκολίες που συνάντησε, και δουλεύοντας εντατικά για ενάμιση περίπου χρόνο, κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει ότι ένα μέρος του χρέους ήταν όντως απεχθές. Για παράδειγμα, βρέθηκε ότι οι Citigroup Inc., και J. P. Morgan κάποια στιγμή μονομερώς, και χωρίς την τυπική έγκριση της κυβέρνησης, είχαν προβεί σε αναδιάρθρωση αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού σε τιμές γύρω στο 10%-12%. Επίσης, ότι τα 2/3 των δανειακών υποχρεώσεων ήταν για αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού, και το χειρότερο όλων, ότι το 86% των νέων δανείων πήγαιναν για αποπληρωμή των παλαιών.
Με το πόρισμα αυτό, των 172 σελίδων, στο χέρι και με την υποστήριξη του λαού του Εκουαδόρ, ιδίως των ιθαγενών, πάγιο αίτημα των οποίων ήταν η διαλεύκανση του χρέους, αλλά και άλλων κρατών της Λατινικής Αμερικής, τον Νοέμβριο του 2008, ο Κορρέα προχώρησε σε στάση πληρωμών. Τον δε Απρίλιο του επόμενου έτους, η υπουργός του επί των οικονομικών σε ταξίδι της στην Ευρώπη κατόρθωσε να έρθει σε συμφωνία με το 91% των πιστωτών και να αγοράσει παλιά ομόλογα που έληγαν το 2012 και 2030 στο 35% της αξίας τους.
Με βάση τα προηγούμενα, η Ελλάδα, θα μπορούσε να βρει αρκετά πατήματα για να χαρακτηρίσει μέρος του χρέους είτε παράνομο είτε απεχθές, και να το αρνηθεί, αρκεί να υπάρξει η κατάλληλη λαϊκή κινητοποίηση που θα απαιτήσει από την παρούσα κυβέρνηση (απίθανο) ή από μια προσεχή, το άνοιγμα των μαύρων βιβλίων. Ακολουθώντας τα βήματα του Κορρέα και την τεχνογνωσία που αποκτήθηκε, κάτι τέτοιο φαντάζει παραπάνω από εφικτό. Ας μην ξεχνάμε ότι το ζήτημα αντιμετώπισης του χρέους είναι πάνω απ’ όλα πολιτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου