Η ανεργία είναι η καταστροφή της Ευρώπης. Τα τελευταία 50 χρόνια, η Ευρώπη θριάμβευσε σε πολλούς τομείς της οικονομίας. Βελτιώθηκε το επίπεδο ζωής και οι συνθήκες εργασίας, αυξήθηκε η παραγωγικότητα, και υπάρχει πλέον αρκετός ελεύθερος χρόνος για τους Ευρωπαίους.
Η οικονομία της ηπείρου είναι ανταγωνιστική με βάση τα διεθνή δεδομένα, και σε αυτήν συμμετέχει ο γίγαντας των εξαγωγών Γερμανία, που είναι η δεύτερη δύναμη παγκοσμίως σε εξαγωγές, μετά τη Κίνα. Η Γαλλία πάλι, εκτός από τα πρωτεία στον τουρισμό σε παγκόσμιο επίπεδο, κομπάζει για την υψηλότερη παραγωγικότητα ανά ώρα. Η Σκανδιναβία πρωτοπορεί στις τηλεπικοινωνίες, και πάει λέγοντας…
Άρα η Ευρώπη κάθε άλλα παρά μη ανταγωνιστική είναι. Απλώς δυσκολεύεται στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Τα ποσοστά ανεργίας είναι ιδιαίτερα υψηλά με βάση τα στάνταρντ των αναπτυγμένων χωρών. Η μέση ανεργία στην ευρωζώνη είναι 10%, αρκετά πιο ψηλά από τα αντίστοιχα ποσοστά της Βρετανίας, του Καναδά, της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας. Είναι ακόμη και πιο ψηλά (λίγο) και από το ποσοστό της Αμερικής. Και το χειρότερο είναι πως η ανεργία στην Ευρώπη επιμένει. Για παράδειγμα, μεταξύ 1995-2005, η μέση ανεργία στη Γαλλία ήταν 10.6%.
Επί πλέον, τα ποσοστά απασχόλησης (το ποσοστό δηλαδή των ατόμων σε παραγωγική ηλικία που έχουν εργασία), με εξαίρεση τη Σκανδιναβία, είναι σχετικά χαμηλά. Ένας από τους στόχους του σχεδίου της Λισσαβόνας, που υιοθετήθηκε το 2000 με σκοπό τη βελτίωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, ήταν να αυξηθεί η απασχόληση. Τα αποτελέσματα, ακόμη και προ της κρίσης, ήταν απογοητευτικά. Είναι αλήθεια πως η ανεργία μειώθηκε στα χρόνια της ανάπτυξης, όμως η όποια πρόοδος ήταν ανομοιόμορφη. Το χειρότερο είναι πως οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας ήταν προσωρινές, κάτι που δημιούργησε μια αγορά εργασίας δυο ταχυτήτων. Οι παλαιότεροι εργαζόμενοι ήταν οι προνομιούχοι, με πολλά κεκτημένα δικαιώματα και καλά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Οι νεότεροι ήταν οι «απ`έξω», που δύσκολα μπορούσαν να βρουν σταθερή εργασία, αναγκαζόμενοι έτσι να εναλλάσσονται σε προσωρινές και μερικής απασχόλησης θέσεις. Και ενώ κάποια κράτη μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης αποτελεσματικά (π.χ, η Ολλανδία), στα περισσότερα κράτη οι νέοι έχουν μείνει οριστικά εκτός των σταθερών θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Πως επιτράπηκε κάτι τέτοιο; Υπάρχει μια σκληρή εξήγηση, αν και όχι πλήρης. Οι καλοπροαίρετες φιλοεργατικές νομοθεσίες, που σχεδιάστηκαν για να προστατεύουν τα δικαιώματα των ήδη εργαζομένων, έχουν υπονομεύσει τη θέληση των εργοδοτών να δημιουργήσουν νέες θέσεις. Έτσι, οι χώρες με πιο λίγη προστασία των εργαζομένων, όπως η Βρετανία, τα έχουν καταφέρει καλύτερα στη δημιουργία απασχόλησης. Τους τελευταίους τρεις μήνες, παρά την αύξηση της ανεργίας, στη Βρετανία δημιουργήθηκαν 300.000 νέες θέσεις, ενώ στην ΕΕ καμία.
Ένα άλλο πρόβλημα, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, είναι ότι πολλές θέσεις εργασίας μεταφέρονται πλέον στην Ινδία ή στη Κίνα. Οι υψηλά καταρτισμένοι έχουν πάντα ζήτηση, κάποιες όμως δουλειές που δεν απαιτούν εξειδίκευση μπορούν να γίνουν οπουδήποτε. Και τέλος, υπάρχουν πολλά επαγγέλματα που εξαφανίζονται.
Και βεβαίως, ας μη ξεχνάμε την ύφεση. Κάποιες περιοχές της Ευρώπης άντεξαν, όπως η Γερμανία και η Σουηδία. Για άλλες σήμανε καταστροφή. Η Ισπανία παλεύει με μια ανεργία στο 20%. Και παρά το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά αναπτύσσεται τους τελευταίους μήνες, η ανάκαμψη κάθε άλλο παρά στον ορίζοντα είναι.
Η Βρετανία αντιμετωπίζει ιδιαίτερες προκλήσεις, έχοντας το υψηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Σίγουρα θα χαθούν θέσεις στον δημόσιο τομέα. Μπορεί όμως να αντεπεξέλθει ο ιδιωτικός; Κανένας δεν γνωρίζει την απάντηση. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τη βρετανική κυβέρνηση συνασπισμού.
S.A. (The Independent)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου