- Η Ευρώπη παραμένει το επίκεντρο της Δεύτερης Πράξης της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, που έχει πλέον μεταλλαχθεί σε κρίση δημόσιου χρέους των κρατών της Ευρωζώνης. Πώς γίνεται αυτό από τη στιγμή που, τουλάχιστον στα χαρτιά, όλα τα προβλήματα λύθηκαν κατά την έκτακτη ευρωπαϊκή συνάντηση κορυφής του Μαΐου, η οποία οδήγησε στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και διασφάλισε συνολική χρηματοδότηση της τάξης του 1 τρις ευρώ;
Κι όμως, αυτή η καθ’ όλα επίσημη χρηματοπιστωτική ‘δύναμη πυρός’ αφήνει τις αγορές ασυγκίνητες. Τα σπρεντ των ισπανικών κρατικών ομολόγων δεν παύουν να αυξάνονται και σήμερα βρίσκονται υψηλότερα από τα επίπεδα όπου ήταν πριν την ανακοίνωση της ίδρυσης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ενισχύονται τα δυσοίωνα σημάδια πιέσεων στη διατραπεζική αγορά, αφού όλο και περισσότερες τράπεζες, αντανακλώντας τη χαμηλή εμπιστοσύνη στη σταθερότητα του συστήματος, προτιμούν να καταθέτουν τα λεφτά τους στην ΕΚΤ αντί να τα δανείζουν σε άλλες τράπεζες.
Η εξήγηση είναι απλή: Τα προβλήματα που βρίσκονται στη ρίζα της παρούσας κρίσης (δηλαδή το επισφαλές του ελληνικού δημοσίου χρέους και του ισπανικού κλάδου ακινήτων), αν και είναι σήμερα εύκολα διαχειρίσιμα σε πανευρωπαϊκό πλαίσιο, δεν έχουν όντως επιλυθεί. Η Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόνο το 2% της οικονομίας της Ευρωζώνης. Ακόμα και αν καταλήξει σε στάση πληρωμών και σε ‘κούρεμα’ της αξίας των κρατικών της ομολόγων κατά 50%, οι συνολικές ζημιές θα είναι περί τα 150 δις ευρώ ή μόλις το 1.5% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης.
Το πρόβλημα της Ισπανίας είναι μεγαλύτερο, αν και οι επίσημες εκτιμήσεις για τις ζημιές του ισπανικού τραπεζικού συστήματος δεν ξεπερνούν τα 100 δις ευρώ. Το πραγματικό πρόβλημα της Ισπανίας μπορεί να βρίσκεται αλλού: στην έκθεση των γαλλικών, των γερμανικών και των άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών στον ισπανικό τομέα ακινήτων. Εκτιμάται ότι το ύψος των δανείων προς τους Ισπανούς κατασκευαστές ακινήτων που θα πρέπει να διαγραφεί είναι μεγάλο. Αλλά ακόμα και στη χειρότερη περίπτωση το σύνολο των ζημιών των ισπανικών και των άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών από την κατάρρευση της ισπανικής αγοράς ακινήτων δεν πρόκειται να ξεπεράσει τα 300 δις ευρώ ή το 3% του ΑΕΠ της ΕΕ.
Επομένως το πραγματικό ερώτημα είναι γιατί προβλήματα της περιφέρειας της Ευρωζώνης, και μάλιστα με διαστάσεις διαχειρίσιμες, οδηγούν σε παράλυση του συνολικού ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Σε τελική ανάλυση θα πίστευε κανείς ότι μια φούσκα ακινήτων στην Καλιφόρνια ή μια χρεοκοπία του Μίτσιγκαν - Πολιτείας των διαστάσεων της Ελλάδας- θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάρρευση του συνολικού αμερικανικού τραπεζικού συστήματος;
Ο βασικός λόγος για τον οποίο οι ευρωπαϊκές χρηματοπιστωτικές αγορές παραμένουν τόσο νευρικές είναι επειδή επισήμως δεν υπάρχει πρόβλημα. Διακηρύσσεται δηλαδή επίσημα ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα φερεγγυότητας και ότι δεν υπάρχει περίπτωση αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους. Κατ’ αναλογία, η επίσημη γραμμή για την Ισπανία είναι πως ο εγχώριος τραπεζικός τομέας έχει επαρκή κεφαλαιακή βάση.
Το πρώτο που πρέπει να γίνει για να καταλαγιάσει η αναταραχή των αγορών είναι η αναγνώριση της αλήθειας και της έκτασης των προβλημάτων. Η ελληνική εμπειρία μας έχει δείξει ότι το να προσποιούμαστε ότι τα προβλήματα δεν υπάρχουν μας οδηγεί σταδιακά σε μια αυτοενισχυόμενη σπείρα αυξανόμενων πρίμιουμ κινδύνου και πτωτικής εμπιστοσύνης.
Από την άποψη αυτή συνεπώς, η δημοσίευση των αποτελεσμάτων των τεστ αντοχής που θα διεξαχθούν στις 100 μεγαλύτερες τράπεζες της Ε.Ε., περί τα τέλη Ιουλίου, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Αλλά υπάρχει κι ένας δεύτερος, πιο ανησυχητικός λόγος που εξηγεί την αναταραχή των αγορών: το ότι μεγάλα κομμάτια του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος έχουν υποστεί μείζονα πλήγματα στην κεφαλαιακή τους βάση. Σύμφωνα με τις στατιστικές της ΕΚΤ, οι τράπεζες της Ευρωζώνης έχουν 20 ευρώ παθητικό (συμπεριλαμβανομένου του διατραπεζικού χρέους) για κάθε 1 ευρώ των κεφαλαίων και των αποθεματικών τους. Αυτό σημαίνει πως κάθε ζημιά 1 ευρώ σε μια τράπεζα, θα οδηγήσει σε 20 ευρώ προβληματικού χρέους.
Ακόμα και το χειρότερο σενάριο για τα προβλήματα της Ελλάδας και της Ισπανίας συνεπάγεται ζημιές της τάξης των 450 δις ευρώ το πολύ. Τα κονδύλια που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι στιγμής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (750 δις ευρώ) φτάνουν και περισσεύουν για την αντιμετώπισή τους. Υπό την προϋπόθεση ότι αυτές οι ζημιές θα αναγνωριστούν και θα χορηγηθούν τα κονδύλια για την αντιμετώπισή τους. Όμως δεν είναι αυτή η υιοθετούμενη προσέγγιση.
Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τη διάσωση των κρατών μελών, που με τη σειρά τους χρειάζονται τα λεφτά για να διασώσουν το τραπεζικό τους σύστημα. Μόνο που με δεδομένη την αναλογία παθητικού προς κεφαλαίων 20/1 του τραπεζικού τομέα, η εν λόγω προσέγγιση συνεπάγεται ότι οι απαιτήσεις χρηματοδότησης γίνονται αστρονομικές: Σε περίπτωση δηλαδή δυνητικών ζημιών ύψους 450 δις ευρώ, που θα παραμείνουν αταυτοποίητες και διεσπαρμένες, για τη διασφάλιση της σταθερότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος θα απαιτηθούν εγγυήσεις της τάξης των 9 τρις ευρώ.
Με δυο λόγια, ο έλεγχος της αντοχής των τραπεζών της Ευρωζώνης με αυστηρά κριτήρια – και η υποχρεωτική εν συνεχεία αποκατάσταση της κεφαλαιακής τους βάσης – θα απαιτούσε πολύ λιγότερα δημόσια κεφάλαια από την επέκταση των ‘ανοικτών’ εγγυήσεων σε όλες τις τράπεζες.
Η Ευρώπη δεν θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα με τις χρηματοπιστωτικές αγορές μέχρι να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του τραπεζικού της συστήματος. Δυστυχώς οι Ευρωπαίοι πολιτικοί αφέθηκαν δύο φορές να αυτοεξαπατηθούν από βολικές πολιτικές αναγνώσεις της κρίσης: καταρχήν το 2007 – 2008, από την υπόθεση ότι η χρηματοπιστωτική ‘μόλυνση’ προέρχεται από τις ΗΠΑ και αφορά πρωτίστως αυτές, και δεύτερη φορά σήμερα, από τις κατηγορίες περί άστοχης δημοσιονομικής πολιτικής του Νότου της Ευρωζώνης.
Αλλά το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης αντιμετωπίζει ισχυρά προβλήματα με την κεφαλαιακή του βάση και δεν μπορεί να αντέξει ζημιές, ενώ παράλληλα ο βαθμός διασύνδεσης εντός του έχει σαν αποτέλεσμα το πρόβλημα μιας χώρας να θέτει σύντομα σε κίνδυνο το σύνολο του συστήματος. Μέχρι να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά τα προβλήματα των ισολογισμών των τραπεζών, οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα παραμένουν στην κόψη του ξυραφιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου