- Η λέξη «κρίση» είναι αρχαία ελληνική. Οι σύγχρονοι Έλληνες σήμερα, μας θυμίζουν τη πραγματική της σημασία. Πάνω που περιμέναμε την οικονομική ανάκαμψη
Καθηγητή στο Harvard Business School
Το ευρώ έμοιαζε σαν μια καλή ιδέα πριν από δέκα χρόνια. Η ΕΕ είχε πετύχει σαν εμπορική ζώνη και είχε εξασφαλίσει μια αποδεκτή κοινή νομοθεσία. Η νομισματική της ένωση φάνταζε ελκυστική. Θα τερμάτιζε μια για πάντα τα σκαμπανεβάσματα της ισοτιμίας που ταλαιπωρούσε την ήπειρο από τότε που καταργήθηκε το σύστημα Bretton Woods της σταθερής ισοτιμίας, στη δεκαετία του 1970. Διαφάνεια στις τιμές, και λιγότερη ταλαιπωρία για τους ταξιδιώτες εντός της ΕΕ. Τα κράτη με υπερβολικά δημόσια χρέη θα κέρδιζαν χαμηλούς πληθωρισμούς και επιτόκια. Οι δε Γερμανοί ήλπιζαν, πως το νέο νόμισμα θα ήταν κάπως πιο ασθενές από το πανίσχυρο μάρκο.
Η νομισματική ένωση συνέφερε και γεωπολιτικά. Με την επανένωση της Γερμανίας, οι Γάλλοι ανησυχούσαν για μια νέα γερμανική κυριαρχία. Αν τους έπειθαν να συμμετάσχουν στην ΟΝΕ, τα άλλα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποτρέψουν τυχόν φιλοδοξίες για ένα 4ο Ράϊχ. Και τέλος, θα μπορούσε επιτέλους να αντιμετωπιστεί επί ίσοις όροις το ισχυρό δολάριο.
Από την αρχή όμως, το όλο εγχείρημα ήταν ιδιαίτερα φιλόδοξο. Πολλοί οικονομολόγοι παρέμεναν σκεπτικοί. Μια ενιαία νομισματική πολιτική θα μεγέθυνε μάλλον παρά θα μείωνε τις θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ της παραγωγικής Γερμανίας και της όχι και τόσο αποδοτικής ευρωπαϊκής περιφέρειας. Το μεγαλύτερο όμως μειονέκτημα ήταν πως ενώ θα υπήρχε ενιαία νομισματική πολιτική, οι δημοσιονομικές πολιτικές των κρατών μελών θα παρέμεναν ασυντόνιστες. Υπήρχαν βέβαια κριτήρια εισόδου, όπως μέγιστο έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ, και δημόσιο χρέος κάτω από 60%. Όμως αν και τα κριτήρια αυτά έγιναν υποχρεωτικά με βάση το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, δεν θα μπορούσαν να επιβληθούν ως εφαρμογή. Η Αγγλία δεν συμμετείχε, διότι φοβόταν αυτό ακριβώς. Ένα εμπιστευτικό έγγραφο της Τράπεζας της Αγγλίας που κυκλοφόρησε το 1998, προειδοποιούσε πως αν μια χώρα μέλος παρουσιάσει μεγαλύτερο του επιτρεπτού έλλειμμα, τότε θα ακολουθήσει κολοσσιαίο χάος στην ΟΝΕ. Γιατί; Επειδή η νεοϊδρυθείσα ΕΚΤ θα απαγορεύονταν να σώσει μια τέτοια χώρα, δανείζοντας χρήματα στη κυβέρνησή της. Την ίδια στιγμή όμως, που δεν υπήρχε μηχανισμός για αποχώρηση μέλους από την νομισματική ένωση. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο οικονομολόγος του Harvard Martin Feldstein, προέβλεψε πως η ΟΝΕ θα οδηγήσει σε συγκρούσεις και όχι σε αρμονικές σχέσεις.
Για σχεδόν εννιά χρόνια από τότε που η Ελλάδα έγινε το 12ο μέλος της ΟΝΕ το 20001, οι Κασσάνδρες διαψεύστηκαν. Το ευρώ αποτέλεσε θρίαμβο. Τα μακροπρόθεσμα επιτόκια συνέκλιναν. Μπορεί οι δημοσιονομικοί κανόνες να ήταν χαλαροί, αλλά υπήρχαν υγιείς τάσεις. Τα ελλείμματα μίκραιναν. Μπορεί να μην υπήρχε ανάλογη σύγκλιση στους πληθωρισμούς ή στην ανάπτυξη, όμως δεν υπήρχε και κανένας ουσιαστικός λόγος για ανησυχία. Ολόκληρος ο πλανήτης αγκάλιασε το ευρώ. Μεταξύ 1999 και 2003, οι διεθνείς τράπεζες εξέδωσαν περισσότερα ομόλογα σε ευρώ παρά σε δολάρια. Οι χώρες που έμειναν εκτός ΟΝΕ άρχισαν να το μετανιώνουν.
Και έτσι φτάσαμε στον Οκτώβριο του 2009, όταν η νέα ελληνική κυβέρνηση τα ομολόγησε όλα. Το έλλειμμα της Ελλάδας ήταν στη πραγματικότητα 12.7% του ΑΕΠ και όχι 6% όπως έλεγε η προηγούμενη κυβέρνηση. Προέκυψε μάλιστα πως η ΕΚΤ χρηματοδοτούσε εμμέσως το ελληνικό κράτος μέσω έκτακτου δανεισμού των ελληνικών τραπεζών, κόντρα στο κανονισμό που απαγόρευε τις οικονομικές διασώσεις μελών. Η ομολογία αυτή ξεκίνησε μια αλυσιδωτή αντίδραση την οποία φοβόνταν όλοι οι ευρώ-σκεπτικιστές. Οι δανειστές ανέκαθεν χρέωναν μεγαλύτερο επιτόκιο στα ελληνικά ομόλογα από ότι στα γερμανικά, ακόμη και στη χρυσή εποχή του ευρώ, όμως ξαφνικά τα spread εκτινάχθηκαν στα ύψη, από 1% στο 5%, και μετά στο 10%. Η χώρα μπήκε σε μια θανατηφόρα περιδίνηση καθώς τα αυξημένα επιτόκια έκαναν το έλλειμμα της ακόμη μεγαλύτερο (σήμερα είναι περίπου 13.6%) ανεβάζοντας το κόστος της εξυπηρέτησης του χρέους.
Μέσα στην απελπισία τους οι Έλληνες απευθύνθηκαν για βοήθεια στους Ευρωπαίους εταίρους τους. Αυτή θα μπορούσε να αποδειχτεί φτηνή τον Ιανουάριο, αλλά οι Γερμανοί δίστασαν. Εν μέσω παγκόσμιας και γερμανικής ύφεσης, με επικείμενες περιφερειακές εκλογές, οι Γερμανοί ψηφοφόροι δεν είχαν καμία διάθεση να σώσουν κάποιους που μαγείρευαν τα δημοσιονομικά τους στοιχεία. Όσο όμως καθυστερούσαν οι Γερμανοί, τόσο ανέβαινε το κόστος της διάσωσης της Ελλάδας. Τελικά η συμφωνία ολοκληρώθηκε στα τέλη του Απρίλη, με την Ελλάδα να λαμβάνει συνολικά €110 δισ. τα 30 εκ των οποίων θα προέρχονταν από το ΔΝΤ. Ως αντάλλαγμα, η Ελλάδα υποσχέθηκε να εφαρμόσει αυστηρά μέτρα λιτότητας και περικοπής δαπανών, με στόχο τη μείωση του ελλείμματος στο 3% έως το 2014.
Λύθηκε λοιπόν το πρόβλημα; Δυστυχώς όχι. Η ελληνική αυτή τραγωδία έχει και συνέχεια. Η πρώτη πράξη θα είναι η στάση πληρωμών. Δεν είναι καθόλου εύκολο, μια κυβέρνηση να πετύχει αυτό το στόχο που έθεσε, εν μέσω παγκόσμιας ύφεσης. Ακόμη και αν όλα πήγαιναν καλά, το χρέος θα έπιανε το 150% του ΑΕΠ, με ένα τερατώδες 7.5% του ΑΕΠ να πηγαίνει στην αποπληρωμή των τόκων. Η Αθήνα είναι φανερό πως δεν έχει τη πολιτική θέληση να πετύχει κάτι τέτοιο. Πρόβλεψη: Η κυβέρνηση του ΓΑΠ θα πέσει, και η διάδοχος της θα επιβάλλει περικοπή 30% στους κατόχους ελληνικών ομολόγων.
Η επόμενη πράξη θα είναι ακόμη πιο δραματική. Αυτό που κάνει την ελληνική κρίση τόσο σοβαρή, είναι η πιθανότητα μετάδοσής της. Οι επενδυτές ανησυχούν πως αυτό που συνέβη με τα ελληνικά ομόλογα, μπορεί να συμβεί και με αυτά άλλων χωρών. Μια γρήγορη σάρωση των οικονομικών δεδομένων αποκαλύπτει πως υπάρχουν δυο ακόμη χώρες μέλη της ΟΝΕ με υπερβολικά χρέη (Ιταλία και Βέλγιο) και άλλες δυο με ελληνικού στυλ εξάρτηση σε εξωτερικό δανεισμό (Πορτογαλία και Ισπανία). Τη περασμένη εβδομάδα οι οίκοι αξιολόγησης υποβάθμισαν τη πιστοληπτική ικανότητα της Πορτογαλίας και ήδη κυκλοφορούν φήμες πως η Ισπανία θα αναζητήσει πακέτο βοήθειας ακόμη μεγαλύτερο και από αυτό που πήρε η Ελλάδα.
Η ελληνική κρίση μπορεί να μεταδοθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη σαν θανατηφόρος ιός. Με τους ισολογισμούς τους γεμάτους από άχρηστα ελληνικά ομόλογα του δημοσίου, οι ελληνικές τράπεζες θυμίζουν έντονα τη Lehman Brothers. Και κάτι τέτοιο προμηνύει πιστωτική καταστροφή για τις γειτονικές Βουλγαρία και Ρουμανία, που βασίζονται κυρίως στις ελληνικές τράπεζες για τη χρηματοδότησή τους.
Ακόμη όμως πιο ανησυχητικό είναι το μεγάλο άνοιγμα των τραπεζών της ΕΕ στο ελληνικό χρέος, που αγγίζει τα $193 δισεκατομμύρια, σύμφωνα με την Bank for International Settlements. Αν προσθέσουμε και τον κίνδυνο της κρίσης για την Πορτογαλία και τη Ισπανία, τότε αρχίζουμε να διαβλέπουμε μια τραπεζική κατάρρευση σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η μόνη οδός διαφυγής θα ήταν κάποιοι συμβιβασμοί εκ μέρους της ΕΚΤ όσον αφορά στις εγγυήσεις που δέχεται. Ήδη συνεχίζει να κρατά ελληνικά ομόλογα παρά τον χαρακτηρισμό τους ως «σκουπίδια». Αν συνεχίσει αυτή η κατάσταση, ο μόνος δρόμος για το ευρώ θα είναι κατηφορικός.
Θυμηθείτε το. Όταν εισήχθη το ευρώ τον Ιανουάριο του 1999, άξιζε λιγότερο από $1.20. Η πρόσφατη μείωση της αξίας του από $1.60 (πριν τη παγκόσμια κρίση) στο $1.27 της περασμένης εβδομάδας, είναι άνευ προηγουμένου. Όπως όμως εξελίσσεται η κατάσταση, αναμένεται και περαιτέρω πτώση του. Και θα περάσει τουλάχιστον ένας χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν οι επενδυτές, πως η δημοσιονομική κατάσταση των ΗΠΑ είναι χειρότερη από αυτήν της ευρωζώνης. Η βασική διαφορά όμως είναι, πως η Αμερική έχει μια κεντρική κυβέρνηση ενώ η ΟΝΕ όχι. Στην Αμερική, το Τέξας σώζει αυτομάτως το Μίσιγκαν μέσω της αναδιανομής των φόρων. Άρα, αυτό που απέδειξε η ελληνική κρίση, έστω και καθυστερημένα, είναι πως ο κεντρικός δημοσιονομικός συντονισμός είναι απαραίτητη προϋπόθεση σε μια νομισματική ένωση.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα μια μεγαλύτερη απόφαση από αυτήν της διάσωσης ή μη της Ελλάδας. Η προοπτική της είναι να διαλέξει μεταξύ του να εξελιχτεί σε Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, ή να παραμείνει ένα κακέκτυπο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που αργά ή γρήγορα θα αποσυναρμολογηθεί στα εξ ων συνετέθη.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου