Ο Άγγλος πράκτορας Μουσολίνι επιτέθηκε στην Ελλάδα, αλλά αυτοί που ζήτησαν την βοήθεια των Άγγλων, προκάλεσαν την επέμβαση του Χίτλερ.
"Το γερμανικό Επιτελείο, έναν και πλέον χρόνο πριν από την εισβολή στην Πολωνία, είχε προειδοποιήσει ότι οι πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας ήταν ζωτικής σημασίας για τη Βέρμαχτ και ότι θα έπρεπε να παραμείνουν εκτός εμβέλειας της αγγλικής αεροπορίας. Ο Χίτλερ επιθυμούσε μια «φιλικώς ουδέτερη Ελλάδα», όπως διαβεβαίωνε τον Μεταξά, ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Γκραφ τσου Ερμπαχ, και το ενδεχόμενο εμπλοκής της Ελλάδας στον πόλεμο, εξ υπαιτιότητος της Ιταλίας, θα έφερνε τα αγγλικά βομβαρδιστικά στο έδαφός της, οπότε οι ρουμανικές πετρελαιοπηγές θα βρίσκονταν εντός ακτίνας δράσης τους. Η γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδας έγινε όταν η Αγγλία, « έσπευσε» σε βοήθεια της Ελλάδας, και άρχισε να προετοιμάζει βάσεις για την αεροπορία της
«Ο Μουσολίνι έγραψε την επιστολή στον Χίτλερ για την επίθεση στην Ελλάδα, στις 22 Οκτωβρίου, αλλά έβαλε ημερομηνία 19, για να είναι τυπικώς εντάξει, ότι δήθεν εγκαίρως ενημέρωσε τον σύμμαχό του
Στις 2.30 μετά τα μεσάνυχτα προς την 28η Οκτωβρίου, λίγο προτού ο Γκράτσι ξυπνήσει τον Μεταξά για να του επιδώσει το τελεσίγραφο, έφθανε στο υπουργείο Εξωτερικών στο Βερολίνο τηλεγράφημα από τον γερμανό πρεσβευτή στη Ρώμη, με την ένδειξη «απολύτου προτεραιότητος». Ο πρέσβης Φον Μακένσεν ειδοποιούσε τον Ρίμπεντροπ ότι «η ιταλική επίθεση φαίνεται ότι είναι ήδη γεγονός».
Λίγο πριν από τις δέκα το πρωί της 28ης Οκτωβρίου η ειδική αμαξοστοιχία του Χίτλερ φθάνει στη Φλωρεντία και εκεί ο Φύρερ πληροφορείται από τον Μουσολίνι- και όχι από τις εφημερίδες- για την επίθεση στην Ελλάδα.
Τα αρχεία της καγκελαρίας αποκαλύπτουν ότι ο Χίτλερ μετά βίας έκρυψε την «οργή» του. Ο Ρέι Μόσλεϊ, με βάση αυτά τα αρχεία, γράφει: «Ο Φύρερ ήταν έξω φρενών. Γνώριζε πολύ καλά ότι αυτός ο πόλεμος θα προσφέρει στα βρετανικά αεροπλάνα βάσεις στην Ελλάδα, από τις οποίες μπορούσαν να βομβαρδίσουν το (σσ. διυλιστήριο στο) Πλοέστι και τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας».
Ο γραμματέας του Φασιστικού Κέντρου, Γκίντο Γκαρότσι, και ο επιτελάρχης Ούγκο Καβαλέρο, υποστήριξαν- ο πρώτος σε ιταλούς αντάρτες που τον συνέλαβαν το 1943 και ο δεύτερος αρθρογραφώντας μετά τον πόλεμο σε ιταλικές εφημερίδες- ότι ,
ο Μουσολίνι δεν είχε ενδιαφέρον να εισβάλει στην Ελλάδα.
Τη Γιουγκοσλαβία, τις Αδριατικές ακτές της συγκεκριμένα, είχε στο μάτι. Στα πρώτα χρόνια του φασιστικού καθεστώτος αποτελούσε κύριο επιχείρημα εναντίον της ηγεσίας όλων των κομμάτων και δικαιολογία της επιβολής της φασιστικής δικτατορίας ότι «οι δημοκράτες» , όταν κατέρρευσε η Αστροουγγαρία, το 1918, δεν κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν για την Ιταλία «τις απέναντι ακτές», δηλαδή τη Δαλματία.
Οταν ο Χίτλερ κατέλαβε, το 1936, την Αυστρία, ο Μουσολίνι φοβήθηκε ότι τελικός στόχος του Γ΄ Ράιχ ήταν η κάθοδός του στη Μεσόγειό «του». Για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σκέφθηκε να καταλάβει τη Σλοβενία και την Κροατία, που αποτελούσαν τμήματα της Γιουγκοσλαβίας- μάλιστα εξασφάλισε την ανοχή της Αγγλίας.
Το ζήτημα της Δαλματίας εμφανίστηκε εκ νέου το καλοκαίρι του 1939 και μάλιστα ήταν η Γερμανία που έριξε την ιδέα στην Ιταλία, όταν ο Τσιάνο επισκέφθηκε τον γερμανό ομόλογό του, Γιοακίμ φον Ρίμπεντροπ, στο Σάλτσμπουργκ στις 11 Αυγούστου, για να τον μεταπείσει να μην επιτεθεί η Γερμανία στην Πολωνία. Επειδή «ο κίνδυνος γενικότερης σύγκρουσης θα είναι μεγάλος» , δεν έλαβε απλώς μια αρνητική απάντηση. Πήρε και μια υπόδειξη. Γιατί να μην επωφεληθεί η Ιταλία από την κατάσταση που θα δημιουργούσε ο πόλεμος και «να λύσει έτσι τις διαφορές της με τη Γιουγκοσλαβία στην Κροατία και στη Δαλματία;» .
Ο Χίτλερ ήταν πιο επιφυλακτικός. αν κρίνουμε από τη συνομιλία που είχε με τον Τσιάνο έναν χρόνο αργότερα .και μετά τη συντριβή της Γαλλίας. Οταν ο ιταλός υπουργός, γράφουν τα αρχεία της καγκελαρίας, του είπε ότι «έφθασε η ώρα να εξαφανίσουμε από τον χάρτη τη Γιουγκοσλαβία», ο Χίτλερ τού απάντησε ότι «θα ήταν λάθος να ανάψουμε πρόωρα φωτιές στα Βαλκάνια», επειδή αυτό μπορεί «να προκαλέσει ρωσική επέμβαση».
Το Βερολίνο είχε και άλλες ευκαιρίες να εκφράσει δυσφορία για τα σχέδια της συμμάχου του Ιταλίας στα Βαλκάνια. Όταν το ιταλικό υποβρύχιο τορπίλισε την «Ελλη», στο λιμάνι της Τήνου, αντέδρασε έντονα. Τη νύχτα της 15ης προς τη 16η ο Χέρμαν Γκέρινγκ με επείγον τηλεγράφημα προς τον στρατιωτικό ακόλουθο στη Ρώμη και ο Φον Ρίμπεντροπ σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρεσβευτή του, τον Μακένσεν, ζητούν να πληροφορηθούν τι σημαίνει αυτή «η ενέργεια». Ας σημειωθεί εδώ, ως ένδειξη της γερμανικής δυσφορία, ότι με εντολή του υπουργού Προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκέμπελς, η επίσημη εφημερίδα του ναζισμού, η «Voelkischer Βeobachter», μόλις στις 18 Αυγούστου έγραψε για την «Ελλη» δημοσιεύοντας μια άνευ πατρότητας ιταλική «δήλωση» ότι το ελληνικό πολεμικό βυθίστηκε από αγγλικό υποβρύχιο. Υπάρχει όμως και σαφέστερη, πιο επίσημη εκδήλωση της γερμανικής θέσης.
Ο γερμανός πρεσβευτής στη Ρώμη Φον Μακένσεν ζητεί ακρόαση από τον Τσιάνο στις 19 Αυγούστου και «με τον πλέον σαφή τρόπο τόνισε ότι αυτή τη στιγμή όλη η προσπάθεια των δύο χωρών πρέπει να στραφεί εναντίον της Αγγλίας» και του τονίζει ότι επίθεση εναντίον της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας «δεν τυγχάνει του ενδιαφέροντος του Φύρερ».
Το μήνυμα εστάλη και στον ίδιο τον Μουσολίνι
Στις αρχές 19 Σεπτεμβρίου, φθάνει στη Ρώμη απροειδοποίητα ο Φον Ρίμπεντροπ για την υπογραφή της γερμαν-ιταλο-ιαπωνικής στρατιωτικής συμμαχίας και στο περιθώριο των σχετικών συνομιλιών, οι οποίες κράτησαν τέσσερις και πλέον ώρες, ο γερμανός υπουργός «υπενθυμίζει» στον Ντούτσε ότι «κάθε εμπλοκή στα Βαλκάνια θα έπρεπε να αποφευχθεί».
Ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Ελλάδα Εμμανουέλε Γκράτσι αποκάλυψε ότι ο Τσιάνο τον είχε ρωτήσει πώς θα ήταν δυνατόν«να βρεθούν κάποιοι Αλβανοί που θα ξεκαθάριζαν τον βασιλέα της Ελλάδας» Σε μια δεξίωση λίγο μετά την Πρωτοχρονιά του 1940, στη Ρώμη, στην οποία παρευρίσκονταν όλοι σχεδόν οι ξένοι διπλωμάτες, ο Τσιάνο απαντώντας στον εκπρόσωπο του Βατικανού, ο οποίος τον ρώτησε για τα σχέδιά του στην Αλβανία, ακούστηκε να λέει, με φωνή που να τον προσέξουν οι ξένοι, ότι η Ελλάδα «είναι τόσο φτωχή, που μόνο ένας τρελός θα την εποφθαλμιούσε».
Μία εβδομάδα αργότερα ο ίδιος ο Τσιάνο γράφει στο «Ημερολόγιό» του: «Ολο το πρόγραμμα οδοποιίας στην Αλβανία έχει κατεύθυνση τα ελληνικά σύνορα». Αλλωστε, όταν η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, τον Απρίλιο του 1939, πάλι για να κοιμίσει την Αθήνα, τηλεγραφεί στον ιταλό πρεσβευτή στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι «να επισκεφθεί το ταχύτερον τον πρωθυπουργό, στρατηγό Μεταξά, και να τον διαβεβαιώσει ότι οι φήμες για ιταλικές προετοιμασίες με στόχο την Ελλάδα είναι απολύτως ψευδείς και τις κυκλοφορούν agents provicateurs» (η λέξη provοcateurs είναι γραμμένη ανορθόγραφα, στο πρωτότυπο). Ο Μεταξάς σημειώνει κάπου στο δικό του «Ημερολόγιο» αυτή την «ψευδή διαβεβαίωση».
Ο Γκράτσι στο βιβλίο του «Ιl Ρrincipio della fine» (1945) αποκαλύπτει ότι στις 30 Απριλίου 1940 είχε συνάντηση με τον υπουργό του, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης, και αφού συζήτησαν για την «αγγλική διείσδυση» στην Ελλάδα και στην «ηττοπάθεια των φιλοπόλεμων» ελλήνων αξιωματικών, ο Τσιάνο, προσποιούμενος ότι δήθεν αναρωτιέται, ζήτησε τη γνώμη του πρέσβη του πώς θα ήταν δυνατόν «να βρεθούν κάποιοι Αλβανοί που θα ξεκαθάριζαν τον βασιλέα της Ελλάδας». Ο Γκράτσι εξανίσταται. Πώς ήταν δυνατόν ο υπουργός του να νομίζει ότι «ένας άνθρωπος [σαν τον Γκράτσι] θα μπορούσε να κάνει τέτοια δουλειά». Τα γερμανικά αρχεία, προφανώς πληροφορίες του Κανάρις, αναφέρουν ότι το ίδιο ερώτημα έθεσε ο Τσιάνο και στον υπαρχηγό της Μυστικής Υπηρεσίας του Φασιστικού Κόμματος Ετορε Γκαλβάνι».
(Το καθεστώς του Ντονμέ Κεμάλ στην Τουρκία έμεινε ουδέτερο)
Για να αντιληφθούμε τι σημαίνουν οι ιστορικές αποκαλύψεις θυμίζω:
ΛΟΝΔΙΝΟ Μυστικός πράκτορας των Βρετανών ήταν ο Μπενίτο Μουσολίνι κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Intelligence Service τον στρατολόγησε το 1917, όταν ήταν εκδότης εφημερίδας στην Ιταλία, και του έδινε 100 στερλίνες την εβδομάδα επί περίπου έναν χρόνο. Αυτό αποκαλύπτει ο ιστορικός του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ Πίτερ Μάρτλαντ. Ο Μουσολίνι ήταν πρόθυμος όχι μόνο να πιέσει ώστε η Ιταλία να συνεχίσει να μάχεται στο πλευρό των Συμμάχων δημοσιεύοντας προπαγανδιστικά κείμενα στην εφημερίδα του «Ιl Ρopolo d΄Ιtalia», αλλά και να εξασφαλίσει ότι «ομάδες κρούσης» θερμόαιμων εθνικιστών θα χτυπούσαν πολίτες που διαδήλωναν υπέρ της ειρήνης. Την εξουσιοδότηση για τις πληρωμές του μελλοντικού δικτάτορα υπέγραφε ο Σάμιουελ Χόαρ, βρετανός βουλευτής και άνθρωπος της ΜΙ5 στη Ρώμη, ο οποίος είχε πρώτος αναφέρει τη συγκεκριμένη στρατολόγηση με μια μικρή σημείωση στα απομνημονεύματά του το 1954
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο Μουσολίνι ανακηρύχθηκε δικτάτορας.
Το 1935 οι αποικιακές του φιλοδοξίες για την Αφρική τον έφεραν και πάλι σε επαφή με τον παλαιό «εργοδότη» του, ο οποίος είχε εξελιχθεί σε υπουργό Εξωτερικών. Εκείνος υπέγραψε το σύμφωνο Χόαρ-Λαβάλ, σύμφωνα με το οποίο ο έλεγχος της Αβησσυνίας παραχωρούνταν στην Ιταλία. Το σύμφωνο προκάλεσε τέτοιο σκάνδαλο που τον ανάγκασε σε παραίτηση.
ΥΓ. Ο Δημήτριος Λαμπράκης, (ο «συνεργάτης του Ελ. Βενιζέλου», ήταν ο Σταθμάρχης της Intelligence Service στην Αθήνα, σε στενη συνεργασία με τον παπά-Δημήτρη Μπαλφούρ).
http://deltio11.blogspot.com/
"Το γερμανικό Επιτελείο, έναν και πλέον χρόνο πριν από την εισβολή στην Πολωνία, είχε προειδοποιήσει ότι οι πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας ήταν ζωτικής σημασίας για τη Βέρμαχτ και ότι θα έπρεπε να παραμείνουν εκτός εμβέλειας της αγγλικής αεροπορίας. Ο Χίτλερ επιθυμούσε μια «φιλικώς ουδέτερη Ελλάδα», όπως διαβεβαίωνε τον Μεταξά, ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Γκραφ τσου Ερμπαχ, και το ενδεχόμενο εμπλοκής της Ελλάδας στον πόλεμο, εξ υπαιτιότητος της Ιταλίας, θα έφερνε τα αγγλικά βομβαρδιστικά στο έδαφός της, οπότε οι ρουμανικές πετρελαιοπηγές θα βρίσκονταν εντός ακτίνας δράσης τους. Η γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδας έγινε όταν η Αγγλία, « έσπευσε» σε βοήθεια της Ελλάδας, και άρχισε να προετοιμάζει βάσεις για την αεροπορία της
«Ο Μουσολίνι έγραψε την επιστολή στον Χίτλερ για την επίθεση στην Ελλάδα, στις 22 Οκτωβρίου, αλλά έβαλε ημερομηνία 19, για να είναι τυπικώς εντάξει, ότι δήθεν εγκαίρως ενημέρωσε τον σύμμαχό του
Στις 2.30 μετά τα μεσάνυχτα προς την 28η Οκτωβρίου, λίγο προτού ο Γκράτσι ξυπνήσει τον Μεταξά για να του επιδώσει το τελεσίγραφο, έφθανε στο υπουργείο Εξωτερικών στο Βερολίνο τηλεγράφημα από τον γερμανό πρεσβευτή στη Ρώμη, με την ένδειξη «απολύτου προτεραιότητος». Ο πρέσβης Φον Μακένσεν ειδοποιούσε τον Ρίμπεντροπ ότι «η ιταλική επίθεση φαίνεται ότι είναι ήδη γεγονός».
Λίγο πριν από τις δέκα το πρωί της 28ης Οκτωβρίου η ειδική αμαξοστοιχία του Χίτλερ φθάνει στη Φλωρεντία και εκεί ο Φύρερ πληροφορείται από τον Μουσολίνι- και όχι από τις εφημερίδες- για την επίθεση στην Ελλάδα.
Τα αρχεία της καγκελαρίας αποκαλύπτουν ότι ο Χίτλερ μετά βίας έκρυψε την «οργή» του. Ο Ρέι Μόσλεϊ, με βάση αυτά τα αρχεία, γράφει: «Ο Φύρερ ήταν έξω φρενών. Γνώριζε πολύ καλά ότι αυτός ο πόλεμος θα προσφέρει στα βρετανικά αεροπλάνα βάσεις στην Ελλάδα, από τις οποίες μπορούσαν να βομβαρδίσουν το (σσ. διυλιστήριο στο) Πλοέστι και τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας».
Ο γραμματέας του Φασιστικού Κέντρου, Γκίντο Γκαρότσι, και ο επιτελάρχης Ούγκο Καβαλέρο, υποστήριξαν- ο πρώτος σε ιταλούς αντάρτες που τον συνέλαβαν το 1943 και ο δεύτερος αρθρογραφώντας μετά τον πόλεμο σε ιταλικές εφημερίδες- ότι ,
ο Μουσολίνι δεν είχε ενδιαφέρον να εισβάλει στην Ελλάδα.
Τη Γιουγκοσλαβία, τις Αδριατικές ακτές της συγκεκριμένα, είχε στο μάτι. Στα πρώτα χρόνια του φασιστικού καθεστώτος αποτελούσε κύριο επιχείρημα εναντίον της ηγεσίας όλων των κομμάτων και δικαιολογία της επιβολής της φασιστικής δικτατορίας ότι «οι δημοκράτες» , όταν κατέρρευσε η Αστροουγγαρία, το 1918, δεν κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν για την Ιταλία «τις απέναντι ακτές», δηλαδή τη Δαλματία.
Οταν ο Χίτλερ κατέλαβε, το 1936, την Αυστρία, ο Μουσολίνι φοβήθηκε ότι τελικός στόχος του Γ΄ Ράιχ ήταν η κάθοδός του στη Μεσόγειό «του». Για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σκέφθηκε να καταλάβει τη Σλοβενία και την Κροατία, που αποτελούσαν τμήματα της Γιουγκοσλαβίας- μάλιστα εξασφάλισε την ανοχή της Αγγλίας.
Το ζήτημα της Δαλματίας εμφανίστηκε εκ νέου το καλοκαίρι του 1939 και μάλιστα ήταν η Γερμανία που έριξε την ιδέα στην Ιταλία, όταν ο Τσιάνο επισκέφθηκε τον γερμανό ομόλογό του, Γιοακίμ φον Ρίμπεντροπ, στο Σάλτσμπουργκ στις 11 Αυγούστου, για να τον μεταπείσει να μην επιτεθεί η Γερμανία στην Πολωνία. Επειδή «ο κίνδυνος γενικότερης σύγκρουσης θα είναι μεγάλος» , δεν έλαβε απλώς μια αρνητική απάντηση. Πήρε και μια υπόδειξη. Γιατί να μην επωφεληθεί η Ιταλία από την κατάσταση που θα δημιουργούσε ο πόλεμος και «να λύσει έτσι τις διαφορές της με τη Γιουγκοσλαβία στην Κροατία και στη Δαλματία;» .
Ο Χίτλερ ήταν πιο επιφυλακτικός. αν κρίνουμε από τη συνομιλία που είχε με τον Τσιάνο έναν χρόνο αργότερα .και μετά τη συντριβή της Γαλλίας. Οταν ο ιταλός υπουργός, γράφουν τα αρχεία της καγκελαρίας, του είπε ότι «έφθασε η ώρα να εξαφανίσουμε από τον χάρτη τη Γιουγκοσλαβία», ο Χίτλερ τού απάντησε ότι «θα ήταν λάθος να ανάψουμε πρόωρα φωτιές στα Βαλκάνια», επειδή αυτό μπορεί «να προκαλέσει ρωσική επέμβαση».
Το Βερολίνο είχε και άλλες ευκαιρίες να εκφράσει δυσφορία για τα σχέδια της συμμάχου του Ιταλίας στα Βαλκάνια. Όταν το ιταλικό υποβρύχιο τορπίλισε την «Ελλη», στο λιμάνι της Τήνου, αντέδρασε έντονα. Τη νύχτα της 15ης προς τη 16η ο Χέρμαν Γκέρινγκ με επείγον τηλεγράφημα προς τον στρατιωτικό ακόλουθο στη Ρώμη και ο Φον Ρίμπεντροπ σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρεσβευτή του, τον Μακένσεν, ζητούν να πληροφορηθούν τι σημαίνει αυτή «η ενέργεια». Ας σημειωθεί εδώ, ως ένδειξη της γερμανικής δυσφορία, ότι με εντολή του υπουργού Προπαγάνδας, Γιόζεφ Γκέμπελς, η επίσημη εφημερίδα του ναζισμού, η «Voelkischer Βeobachter», μόλις στις 18 Αυγούστου έγραψε για την «Ελλη» δημοσιεύοντας μια άνευ πατρότητας ιταλική «δήλωση» ότι το ελληνικό πολεμικό βυθίστηκε από αγγλικό υποβρύχιο. Υπάρχει όμως και σαφέστερη, πιο επίσημη εκδήλωση της γερμανικής θέσης.
Ο γερμανός πρεσβευτής στη Ρώμη Φον Μακένσεν ζητεί ακρόαση από τον Τσιάνο στις 19 Αυγούστου και «με τον πλέον σαφή τρόπο τόνισε ότι αυτή τη στιγμή όλη η προσπάθεια των δύο χωρών πρέπει να στραφεί εναντίον της Αγγλίας» και του τονίζει ότι επίθεση εναντίον της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας «δεν τυγχάνει του ενδιαφέροντος του Φύρερ».
Το μήνυμα εστάλη και στον ίδιο τον Μουσολίνι
Στις αρχές 19 Σεπτεμβρίου, φθάνει στη Ρώμη απροειδοποίητα ο Φον Ρίμπεντροπ για την υπογραφή της γερμαν-ιταλο-ιαπωνικής στρατιωτικής συμμαχίας και στο περιθώριο των σχετικών συνομιλιών, οι οποίες κράτησαν τέσσερις και πλέον ώρες, ο γερμανός υπουργός «υπενθυμίζει» στον Ντούτσε ότι «κάθε εμπλοκή στα Βαλκάνια θα έπρεπε να αποφευχθεί».
Ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Ελλάδα Εμμανουέλε Γκράτσι αποκάλυψε ότι ο Τσιάνο τον είχε ρωτήσει πώς θα ήταν δυνατόν«να βρεθούν κάποιοι Αλβανοί που θα ξεκαθάριζαν τον βασιλέα της Ελλάδας» Σε μια δεξίωση λίγο μετά την Πρωτοχρονιά του 1940, στη Ρώμη, στην οποία παρευρίσκονταν όλοι σχεδόν οι ξένοι διπλωμάτες, ο Τσιάνο απαντώντας στον εκπρόσωπο του Βατικανού, ο οποίος τον ρώτησε για τα σχέδιά του στην Αλβανία, ακούστηκε να λέει, με φωνή που να τον προσέξουν οι ξένοι, ότι η Ελλάδα «είναι τόσο φτωχή, που μόνο ένας τρελός θα την εποφθαλμιούσε».
Μία εβδομάδα αργότερα ο ίδιος ο Τσιάνο γράφει στο «Ημερολόγιό» του: «Ολο το πρόγραμμα οδοποιίας στην Αλβανία έχει κατεύθυνση τα ελληνικά σύνορα». Αλλωστε, όταν η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, τον Απρίλιο του 1939, πάλι για να κοιμίσει την Αθήνα, τηλεγραφεί στον ιταλό πρεσβευτή στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι «να επισκεφθεί το ταχύτερον τον πρωθυπουργό, στρατηγό Μεταξά, και να τον διαβεβαιώσει ότι οι φήμες για ιταλικές προετοιμασίες με στόχο την Ελλάδα είναι απολύτως ψευδείς και τις κυκλοφορούν agents provicateurs» (η λέξη provοcateurs είναι γραμμένη ανορθόγραφα, στο πρωτότυπο). Ο Μεταξάς σημειώνει κάπου στο δικό του «Ημερολόγιο» αυτή την «ψευδή διαβεβαίωση».
Ο Γκράτσι στο βιβλίο του «Ιl Ρrincipio della fine» (1945) αποκαλύπτει ότι στις 30 Απριλίου 1940 είχε συνάντηση με τον υπουργό του, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης, και αφού συζήτησαν για την «αγγλική διείσδυση» στην Ελλάδα και στην «ηττοπάθεια των φιλοπόλεμων» ελλήνων αξιωματικών, ο Τσιάνο, προσποιούμενος ότι δήθεν αναρωτιέται, ζήτησε τη γνώμη του πρέσβη του πώς θα ήταν δυνατόν «να βρεθούν κάποιοι Αλβανοί που θα ξεκαθάριζαν τον βασιλέα της Ελλάδας». Ο Γκράτσι εξανίσταται. Πώς ήταν δυνατόν ο υπουργός του να νομίζει ότι «ένας άνθρωπος [σαν τον Γκράτσι] θα μπορούσε να κάνει τέτοια δουλειά». Τα γερμανικά αρχεία, προφανώς πληροφορίες του Κανάρις, αναφέρουν ότι το ίδιο ερώτημα έθεσε ο Τσιάνο και στον υπαρχηγό της Μυστικής Υπηρεσίας του Φασιστικού Κόμματος Ετορε Γκαλβάνι».
(Το καθεστώς του Ντονμέ Κεμάλ στην Τουρκία έμεινε ουδέτερο)
Για να αντιληφθούμε τι σημαίνουν οι ιστορικές αποκαλύψεις θυμίζω:
ΛΟΝΔΙΝΟ Μυστικός πράκτορας των Βρετανών ήταν ο Μπενίτο Μουσολίνι κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Intelligence Service τον στρατολόγησε το 1917, όταν ήταν εκδότης εφημερίδας στην Ιταλία, και του έδινε 100 στερλίνες την εβδομάδα επί περίπου έναν χρόνο. Αυτό αποκαλύπτει ο ιστορικός του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ Πίτερ Μάρτλαντ. Ο Μουσολίνι ήταν πρόθυμος όχι μόνο να πιέσει ώστε η Ιταλία να συνεχίσει να μάχεται στο πλευρό των Συμμάχων δημοσιεύοντας προπαγανδιστικά κείμενα στην εφημερίδα του «Ιl Ρopolo d΄Ιtalia», αλλά και να εξασφαλίσει ότι «ομάδες κρούσης» θερμόαιμων εθνικιστών θα χτυπούσαν πολίτες που διαδήλωναν υπέρ της ειρήνης. Την εξουσιοδότηση για τις πληρωμές του μελλοντικού δικτάτορα υπέγραφε ο Σάμιουελ Χόαρ, βρετανός βουλευτής και άνθρωπος της ΜΙ5 στη Ρώμη, ο οποίος είχε πρώτος αναφέρει τη συγκεκριμένη στρατολόγηση με μια μικρή σημείωση στα απομνημονεύματά του το 1954
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ο Μουσολίνι ανακηρύχθηκε δικτάτορας.
Το 1935 οι αποικιακές του φιλοδοξίες για την Αφρική τον έφεραν και πάλι σε επαφή με τον παλαιό «εργοδότη» του, ο οποίος είχε εξελιχθεί σε υπουργό Εξωτερικών. Εκείνος υπέγραψε το σύμφωνο Χόαρ-Λαβάλ, σύμφωνα με το οποίο ο έλεγχος της Αβησσυνίας παραχωρούνταν στην Ιταλία. Το σύμφωνο προκάλεσε τέτοιο σκάνδαλο που τον ανάγκασε σε παραίτηση.
ΥΓ. Ο Δημήτριος Λαμπράκης, (ο «συνεργάτης του Ελ. Βενιζέλου», ήταν ο Σταθμάρχης της Intelligence Service στην Αθήνα, σε στενη συνεργασία με τον παπά-Δημήτρη Μπαλφούρ).
http://deltio11.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου