«Ο πόλεμος τέλειωσε, ο τρόμος συνεχίζεται», εκτιμά σύσσωμος σχεδόν ο δυτικός τύπος για τον τερματισμό της δεκαετούς ρωσικής «επιχείρησης κατά της τρομοκρατίας» στην Τσετσενία.
Η Ρωσία συνέτριψε το αυτονομιστικό κίνημα, αλλά το καθεστώς Καντίροφ μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνο για τη Μόσχα, επισημαίνουν αναλυτές, αναρωτώμενοι πόσο θα κρατήσει αυτός ο «γάμος συμφερόντων».
Οταν ο Πούτιν έστειλε τα στρατεύματά του κατά της Τσετσενίας τον Σεπτέμβριο του 1999, λίγοι πίστευαν ότι θα κατάφερνε να υποτάξει την αποσχισθείσα περιοχή.
Δέκα χρόνια αργότερα και με απώλειες 4.500 στρατιώτες, ο ρώσος πρωθυπουργός κατάφερε να εκδικηθεί για την ταπεινωτική ήττα της Ρωσίας στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας το 1994-96. Και ακόμη σημαντικότερο: Κατέστησε σαφές με τη βία των όπλων ότι καμιά ομόσπονδη δημοκρατία δεν μπορεί να αποσχιστεί και ότι το κόστος κάθε ανάλογης απόπειρας θα είναι εξαιρετικά υψηλό.
Οι μάχες μπορεί, λοιπόν, να κόπασαν, οι επιθέσεις να εκμηδενίστηκαν και οι αυτονομιστές να εξουδετερώθηκαν, αλλά το τίμημα της ρωσικής νίκης και της επιτυχούς «τσετσενοποίησης» του πολέμου είναι πράγματι βαρύ.
Ηρωας από κληρονομιά
Η Τσετσενία παραδόθηκε ως λάφυρο στους πρώην αντάρτες που δέχθηκαν να συνεργαστούν με τους Ρώσους, με πρώτον τον Ραμζάν Καντίροφ. Ο νεαρός, που στην πράξη ασκούσε την εξουσία μετά τη δολοφονία του πατέρα του Αχμάντ Καντίροφ, διορίστηκε επίσημα πρόεδρος από τον Πούτιν πριν από δύο χρόνια, όταν συμπλήρωσε τα 30 του χρόνια, όπως προβλέπει το σύνταγμα.
Ορκίστηκε σε μια πομπώδη τελετή, όχι στην πρωτεύουσα Γκρόζνι, αλλά στο ίδιο του το σπίτι, στο φέουδό του Γκουντερμές, για να καταστήσει σαφές ότι η προεδρία ήταν «προσωπική» του υπόθεση. Και ξέροντας πόσο επικίνδυνη είναι η θέση του προέδρου σε αυτή την περιοχή όπου από τους πέντε προκατόχους του οι τέσσερις έχουν βρει βίαιο θάνατο, κυβερνά με σιδερένια πυγμή έχοντας επιβάλει ένα προσωποπαγές αυταρχικό καθεστώς.
Επαίρεται, μάλιστα, για το μεγαλύτερο τζαμί της Ευρώπης που έχτισε στο Γκρόζνι και για την ταχύτατη ανοικοδόμηση, για την οποία κρατά ποσοστό των μισθών των εργαζομένων υπέρ του «Ιδρύματος Αχμάντ Καντίροφ».
Φέροντας στο πέτο το παράσημο του «Ηρωα της Ρωσίας», διαθέτει τη δική του πολιτοφυλακή 20.000 ανδρών, τους «καντιρόφτσι», διαβόητους για τη βία, τα βασανιστήρια και τις δολοφονίες των πολιτικών του αντιπάλων.
Τους τελευταίους έξι μήνες δολοφονήθηκαν έξι βασικοί αντίπαλοί του, οι πέντε στην εξορία. Στην τελευταία, που έγινε στο Ντουμπάι πριν από 3 εβδομάδες, η αστυνομία του εμιράτου κατέθεσε αποδείξεις που ενοχοποιούν έναν ξάδελφο του Καντίροφ, μέλος του κόμματος του Πούτιν.
Αλλά αυτό δεν ήταν επαρκές για να ξεκινήσει δικαστική έρευνα στη Ρωσία. Η σιωπή απέναντι στις εγκληματικές πρακτικές του Καντίροφ είναι το αντάλλαγμα στην πίστη του στη Μόσχα.
Οι πρώην αντάρτες που ανέλαβαν θέσεις εξουσίας, από τον πρόεδρο της Βουλής έως τον επικεφαλής των ειδικών αστυνομικών δυνάμεων, νιώθουν σαν να κέρδισαν αυτοί τον πόλεμο. Ο Καντίροφ χαίρει ευρείας αυτονομίας και δρα σαν να ηγείτο μιας ανεξάρτητης χώρας, επιτρέποντας την πολυγαμία, υποχρεώνοντας τις γυναίκες που εργάζονται στο Δημόσιο να φορούν μαντίλα.
Τώρα, κύκλοι των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας, κατά το «Σπίγκελ», ανησυχούν μήπως το πείραμα Καντίροφ, που κατάντησε την Τσετσενία «εργαστήριο της βίας», ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
Ελευθεροτυπία
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2009/04/blog-post_1294.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου