Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Νομισματικός πόλεμος: Η καταστροφή των ισχυρών;


  • Του Νούριελ Ρουμπίνι
Ο κίνδυνος ενός παγκόσμιου νομισματικού και εμπορικού πολέμου ενισχύεται, καθώς οι περισσότερες οικονομίες σήμερα προχωρούν σε ανταγωνιστικές νομισματικές υποτιμήσεις. Όλοι παίζουν ένα παιχνίδι όπου κάποιος ή κάποιοι αναγκαστικά θα χάσουν.
Οι σημερινές εντάσεις οφείλονται σε παράλυση των μηχανισμών που θα μπορούσαν ενδεχομένως να μας φέρουν στην εξεύρεση μιας νέας ισορροπίας για τον κόσμο. Οι χώρες υψηλής κατανάλωσης – όπως είναι οι ΗΠΑ και οι άλλες ‘αγγλοσαξονικές’ οικονομίες – που είχαν μεγάλη μόχλευση και έχουν ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών θα πρέπει τώρα να αποταμιεύουν περισσότερο και να μειώσουν την εσωτερική τους ζήτηση. Για να υπάρχει ωστόσο ανάπτυξη, χρειάζονται την ονομαστική και την πραγματική υποτίμηση του νομίσματός τους ώστε να βοηθήσει στον περιορισμό του εμπορικού τους ελλείμματος. Αλλά οι πλεονασματικές χώρες – όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Γερμανία – που είχαν πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών αντιστέκονται στην ονομαστική ανατίμηση των δικών τους νομισμάτων. Η ενίσχυση της συναλλαγματικής τους ισοτιμίας θα περιορίσει τα εμπορικά τους πλεονάσματα επειδή οι χώρες αυτές δεν μπορούν ή δεν θέλουν να περιορίσουν τις αποταμιεύσεις και να στηρίξουν την ανάπτυξή τους στην αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης.
Μέσα στην Ευρωζώνη το πρόβλημα αυτό επιδεινώνεται περαιτέρω από το γεγονός ότι η Γερμανία με τα μεγάλα της πλεονάσματα μπορεί να τα πάει μια χαρά με το ισχυρό ευρώ, ενώ οι PIIGS της ευρωπαϊκής περιφέρειας (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία) δεν υπάρχει περίπτωση να τα καταφέρουν. Κάθε άλλο μάλιστα, οι χώρες αυτές που επιβαρύνονται με υψηλά εξωτερικά ελλείμματα και εφαρμόζουν οδυνηρές δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, χρειάζονται μια δραστική υποτίμηση για την αποκατάσταση της ανάπτυξης.
Ένας κόσμος αποτελούμενος από χώρες με υψηλές δαπάνες που πρέπει τώρα να μειώσουν την εσωτερική ζήτηση και να αυξήσουν τις καθαρές εξαγωγές τους και πλεονασματικές χώρες που δεν θέλουν να περιορίσουν την εξάρτησή τους από μια ανάπτυξη βασισμένη στις εξαγωγές, είναι ένας κόσμος όπου οι εντάσεις μεταξύ των νομισμάτων αναπόφευκτα θα φτάσουν σε εκρηκτικές καταστάσεις. Πέρα από την Ευρωζώνη, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Βρετανία χρειάζονται όλες τους ένα ασθενέστερο νόμισμα. Ακόμα και η Ελβετία παρεμβαίνει στις αγορές με στόχο την υποχώρηση του ελβετικού φράγκου. Εν τω μεταξύ η Κίνα προχωρά σε μεγάλες παρεμβάσεις προκειμένου να αποφύγει την ανατίμηση του ρεμνίμπι και να διατηρήσει ακέραιη την εξαγωγική της ισχύ. Κατά συνέπεια, οι περισσότερες αναδυόμενες οικονομίες ανησυχούν κι αυτές για την ανατίμηση του νομίσματος τους, κι όχι μόνο επειδή χάνουν ανταγωνιστικότητα σε σχέση με την Κίνα. Έτσι προχωρούν σε επιθετικές παρεμβάσεις ή επιβάλλουν ελέγχους στις εισροές κεφαλαίων προκειμένου να αναστείλουν ανοδικές πιέσεις στην ισοτιμία τους.
Το πρόβλημα βέβαια είναι πως δεν γίνεται όλα τα νομίσματα να είναι αδύναμα την ίδια στιγμή: αν ένα νόμισμα είναι αδύναμο κάποιο άλλο θα είναι εξ ορισμού ισχυρότερο. Με τον ίδιο τρόπο, δεν είναι δυνατό όλες οι χώρες να βελτιώσουν τις καθαρές εξαγωγές τους την ίδια στιγμή. Το παγκόσμιο σύνολο είναι εξ ορισμού ίσον με 0. Επομένως ο ανταγωνιστικός πόλεμος των νομισματικών υποτιμήσεων στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα είναι ένα παιχνίδι που στο τέλος δίνει άθροισμα 0. Το κέρδος μιας χώρας αντιπροσωπεύει τη ζημιά μιας άλλης.
Οι πρώτες αψιμαχίες του σημερινού νομισματικού πολέμου πήραν τη μορφή των παρεμβάσεων στις αγορές συναλλάγματος. Για να διαφοροποιήσει τα αποθεματικά της πέρα από τα αμερικανικό δολάριο, η Κίνα άρχισε να αγοράζει ιαπωνικά γεν και νοτιοκορεάτικα γουόν, πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας. Στη συνέχεια άρχισαν να παρεμβαίνουν οι Ιάπωνες για να πετύχουν την εξασθένηση του γεν. Η παρέμβαση αυτή θορύβησε την ΕΕ επειδή όλες αυτές οι κινήσεις πίεζαν ανοδικά το ευρώ σε μια συγκυρία όπου η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατηρεί τα επιτόκια της σταθερά ενώ η Τράπεζα της Ιαπωνίας και η αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα προχωρούν σε περαιτέρω γύρους νομισματικής χαλάρωσης. Η ενίσχυση του ευρώ θα προκαλέσει σύντομα τεράστιες ζημιές στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες θα δουν μια εμβάθυνση της ύφεσης που τις πλήττει αλλά και την ενίσχυση των κινδύνων του δημόσιου χρέους τους. Γι’ αυτό το λόγο δεν αποκλείεται να δούμε κάποια παρέμβαση της ΕΚΤ στις αγορές συναλλάγματος.
Εν τω μεταξύ στις Ηνωμένες Πολιτείες, πολλές ισχυρές φωνές προτείνουν στην κυβέρνηση να απαντήσει στην τεράστια συσσώρευση δολαρίων από την πλευρά των Κινέζων με την πώληση ενός αντίστοιχου ποσού δολαρίων και την αγορά ενός αντίστοιχου ποσού ρεμνίμπι. Κι όλα αυτά ενώ η Κίνα και οι περισσότερες αναδυόμενες οικονομίες επιταχύνουν τις παρεμβάσεις τους στις αγορές νομισμάτων για να αποτρέψουν την περαιτέρω ανατίμηση του νομίσματός τους.
Το δεύτερο στάδιο αυτού του νομισματικού πολέμου είναι η περαιτέρω ‘ποσοτική χαλάρωση’, ένας δεύτερος γύρος δηλαδή ποσοτικής χαλάρωσης. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας ήδη το ανακοίνωσε, η Τράπεζα της Αγγλίας φαίνεται ότι θα το κάνει σύντομα και η αμερικανική FED πιστεύεται ότι θα το ανακοινώσει στη συνάντηση του Νοεμβρίου. Κατά βάση δεν υπάρχουν σοβαρές διαφορές ανάμεσα στην νομισματική χαλάρωση – χαμηλότερα επιτόκια ή περαιτέρω ποσοτική χαλάρωση – που οδηγεί στην εξασθένηση του νομίσματος και την ευθεία παρέμβαση στις αγορές νομισμάτων με τον ίδιο στόχο. Όμως η ποσοτική χαλάρωση αποτελεί πιο αποτελεσματικό εργαλείο για την εξασθένιση ενός νομίσματος καθώς η παρέμβαση στις συναλλαγματικές ισοτιμίες κατά κανόνα εξουδετερώνεται.
Οι προσδοκίες για ένα νέο γύρο επιθετικής ποσοτικής χαλάρωσης από την FED έχουν ήδη οδηγήσει στην εξασθένηση του δολαρίου και έχουν δημιουργήσει σοβαρές ανησυχίες στην Ευρώπη, τις αναδυόμενες χώρες και την Ιαπωνία. Πράγματι, αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες παριστάνουν ότι δεν παρεμβαίνουν με σκοπό την εξασθένιση του δολαρίου, αυτό ακριβώς κάνουν μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης.
Η Τράπεζα της Ιαπωνίας και η Τράπεζα της Αγγλίας ακολουθούν από κοντά, ενισχύοντας τις πιέσεις στην Ευρωζώνη, όπου η ξεροκέφαλη ΕΚΤ προτιμά να εκμηδενίσει κάθε πιθανότητα ανάκαμψης για τις χώρες των PIIGS παρά να προχωρήσει σε ποσοτική χαλάρωση, υποτίθεται εξαιτίας των ανησυχιών για πληθωρισμό. Κι ας είναι ο κίνδυνος αυτός ανύπαρκτος. Είναι ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού και όχι του πληθωρισμού που στοιχειώνει την ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Οι νομισματικοί πόλεμοι εν τέλει οδηγούν σε εμπορικούς πολέμους, όπως υποδεικνύει και η πρόσφατη απειλή του αμερικανικού Κογκρέσου απέναντι στην Κίνα. Με την αμερικανική ανεργία και την κινεζική ανάπτυξη να βρίσκονται και τα δυο τους περί το 10%, το μόνο μυστήριο είναι πως τα τύμπανα του πολέμου δεν έχουν χτυπήσει ακόμη πιο δυνατά.
Αν η Κίνα, οι αναδυόμενες οικονομίες και άλλες πλεονασματικές χώρες αποτρέψουν την ονομαστική ανατίμηση του νομίσματος τους παρεμβαίνοντας στις αγορές – και αποτρέψουν και την πραγματική του ανατίμηση μέσα από την εξουδετέρωση αυτών των παρεμβάσεων – ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι ελλειμματικές χώρες μπορούν να πετύχουν την πραγματική υποτίμηση του νομίσματός τους είναι μέσω του αποπληθωρισμού. Αλλά ο αποπληθωρισμός οδηγεί σε διπλή ύφεση, ακόμα μεγαλύτερα δημόσια ελλείμματα και ανεξέλεγκτο χρέος.
Αν δεν επιτευχθεί μια ονομαστική και πραγματική νομισματική υποτίμηση ( ή αντιστρόφως ανατίμηση) των ελλειμματικών (ή αντιστρόφως των πλεονασματικών) χωρών, η πτώση της εγχώριας ζήτησης στις ελλειμματικές χώρες και η αδυναμία για περιορισμό της αποταμίευσης και αύξηση της κατανάλωσης στις πλεονασματικές χώρες θα οδηγήσει σε ένα παγκόσμιο έλλειμμα της συνολικής ζήτησης κάτω από το υπάρχον συνολικό παραγωγικό δυναμικό. Γεγονός που με τη σειρά του θα μας φέρει σε παγκόσμιο αποπληθωρισμό και σε στάσεις πληρωμών για χρέη του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα των χωρών δανειοληπτών, που στο τέλος θα υπονομεύσουν την ανάπτυξη και τον πλούτο και των χωρών πιστωτών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου