Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

Ένας παγκόσμιος νομισματικός πόλεμος στα χρόνια της χαμηλής ζήτησης



«Βρισκόμαστε στο μέσο ενός παγκόσμιου νομισματικού πολέμου, μια γενικευμένης υποτίμησης των νομισμάτων. Και αυτό μας απειλεί επειδή μειώνει την ανταγωνιστικότητά μας». Το παράπονο αυτό που διατύπωσε ο Γκουίντο Μαντέγκα, Υπουργός Οικονομικών της Βραζιλίας, είναι απολύτως δικαιολογημένο. Σε μια συγκυρία μειωμένης ζήτησης, οι χώρες που εκδίδουν τα αποθεματικά νομίσματα υιοθετούν τη στρατηγική της νομισματικής επέκτασης, ενώ οι υπόλοιπες απαντούν παρεμβαίνοντας στη συναλλαγματική τους ισοτιμία. Οι χώρες που δεν ανήκουν στις πρώτες και προτιμούν να μην μιμούνται τις δεύτερες, διαπιστώνουν μια υπερβολική υπερτίμηση των νομισμάτων τους. Και εύλογα φοβούνται για τα αποτελέσματα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρούνται τέτοιες συγκρούσεις νομισμάτων. Το Σεπτέμβριο του 1985, δηλαδή πριν 25 ολόκληρα χρόνια, οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Δυτικής Γερμανίας, της Ιαπωνίας, των ΗΠΑ και της Βρετανίας συναντήθηκαν στο Ξενοδοχείο Πλάζα της Νέας Υόρκης και συμφώνησαν σε μια πολιτική για την υποτίμηση του αμερικανικού δολαρίου. Ακόμα νωρίτερα, τον Αύγουστο του 1971, ο Αμερικανός πρόεδρος Νίξον είχε επιβάλει το λεγόμενο ‘σοκ Νίξον’, με την επιβολή επιπλέον δασμών 10% στις εισαγωγές και με τον τερματισμό την μετατρεψιμότητας του δολαρίου σε χρυσό. Και τα δύο αυτά γεγονότα αντανακλούσαν την αμερικανική επιθυμία για υποτίμηση του δολαρίου. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά: γιατί το κέντρο της προσοχής δεν είναι πια ένας πειθαρχικός σύμμαχος όπως η Ιαπωνία, αλλά η επόμενη μεγάλη παγκόσμια υπερδύναμη, η Κίνα. Όταν οι ελέφαντες πολεμούν, όλοι όσοι είναι κοντά τους μπορεί να ποδοπατηθούν.
Ας δούμε λοιπόν τα τρία βασικά δεδομένα που αφορούν το νομισματικό πόλεμο του σήμερα.
Καταρχήν, ως αποτέλεσμα της κρίσης, ο αναπτυγμένος κόσμος πάσχει από χρόνια έλλειψη ζήτησης. Σε καμία από τις έξι πλουσιότερες οικονομίες – Αμερική, Ιαπωνία, Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία – το ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου 2010 δεν επέστρεψε εκεί που βρισκόταν στο πρώτο τρίμηνο 2008. Οι οικονομίες αυτές τώρα λειτουργούν τουλάχιστον κατά 10% λιγότερο του δυναμικού των προηγούμενων τάσεων. Μια ένδειξη υπερβάλλουσα προσφοράς είναι η πτώση του βασικού πληθωρισμού στο 1% που παρατηρείται στην Αμερική και στην Ευρωζώνη: ο αποπληθωρισμός καραδοκεί. Οι χώρες αυτές ελπίζουν σε μια ανάπτυξη που θα βασιστεί στις εξαγωγές. Και αυτό αφορά τόσο τις χώρες που έχουν εμπορικά ελλείμματα – όπως η Αμερική – όσο και τις χώρες με πλεονάσματα – όπως είναι η Γερμανία και η Ιαπωνία. Μόλις δούμε το όλο πράγμα σε παγκόσμιο επίπεδο, διαπιστώνουμε όμως πως για να γίνει αυτό, πρέπει ο αναδυόμενος κόσμος να αποκτήσει ελλείμματα.
Δεύτερον, οι ιδιωτικοί τομείς εργάζονται ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση. Στις προβλέψεις του μηνός Απριλίου, το Ινστιτούτο για τη Διεθνή Χρηματοπιστωτική Οικονομία με έδρα την Ουάσιγκτον σημείωνε ότι το 2010 η καθαρή εισροή ξένων ιδιωτικών κεφαλαίων στις αναδυόμενες οικονομίες θα ήταν 746 δις δολάρια. Οι εισροές αυτές θα αντισταθμίζονταν εν μέρει από καθαρή εκροή ιδιωτικών κεφαλαίων από τις χώρες αυτές της τάξης των 566 δις δολαρίων. Παρά ταύτα, με πλεόνασμα του ισοζυγίου πληρωμών της τάξης των 220 δις δολάρια και μετριοπαθείς εισροές κεφαλαίων, το εξωτερικό ισοζύγιο του αναδυόμενου κόσμου, δίχως καμία παρέμβαση, θα αντιπροσώπευε ένα πλεόνασμα της τάξης των 535 δις δολαρίων. Αλλά αυτό χωρίς παρέμβαση δεν μπορεί να συμβεί: Το ισοζύγιο πρέπει να εξισορροπήσει την καθαρή εισροή κεφαλαίων. Η προσαρμογή θα γίνει μέσα από μια υψηλότερη ισοτιμία. Στο τέλος ο αναδυόμενος κόσμος θα έχει ένα εξωτερικό έλλειμμα που θα χρηματοδοτείται από καθαρή εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων προερχόμενων από τις πλούσιες χώρες. Πράγματι, αυτό είναι που περιμένει να γίνει κανείς.
Τρίτον, η φυσική αυτή προσαρμογή εξακολουθεί να εμποδίζεται από τη συσσώρευση υψηλών παγκόσμιων αποθεματικών. Μεταξύ του Ιανουαρίου 1999 και του Ιουλίου 2008, τα παγκόσμια αποθεματικά αυξήθηκαν από 1,615 δις δολάρια σε 7, 534 δις δολάρια – μιλάμε για μια τεράστια αύξηση της τάξης των 5,918 δις δολαρίων Η αύξηση αυτή θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι αποτέλεσε έναν τύπο αυτασφάλισης που επιδίωκαν οι χώρες μετά τις προηγούμενες κρίσεις. Στην πραγματικότητα, υπήρξε όντως προσφυγή και μείωση των αποθεματικών κατά τη διάρκεια της κρίσης: τα παγκόσμια αποθεματικά μειώθηκαν κατά 472 δις δολάρια στο διάστημα από τον Ιούλιο 2008 ως το Φεβρουάριο 2009. Κι αυτό βοήθησε τις χώρες που δεν εκδίδουν οι ίδιες αποθεματικά νομίσματα να προφυλαχθούν από τον αντίκτυπο της κρίσης. Αλλά αυτή η χρήση των αποθεματικών αντιπροσώπευε μόνο το 6% των επιπέδων των παγκόσμιων αποθεματικών προ της κρίσης. Συν τοις άλλοις, μεταξύ Φεβρουαρίου 2009 και Μαΐου 2010, τα αποθεματικά αυξήθηκαν κατά άλλο ένα 1,324 δις δολάρια φτάνοντας τα 8,385 δις δολάρια. Ο μερκαντιλισμός ζει και βασιλεύει!
Η Κίνα είναι μακράν κάθε άλλης η χώρα που περισσότερο παρεμβαίνει στην συναλλαγματική της ισοτιμία ενώ αντιπροσωπεύει το 40% της συσσώρευσης παγκόσμιων αποθεματικών από το Φεβρουάριο 2009. Τον Ιούνιο 2010, τα αποθεματικά της Κίνας είχαν φτάσει τα 2,450 δις δολάρια, αντιπροσωπεύοντας το 30% των παγκόσμιων αποθεματικών και ένα εκπληκτικό 50% του κινεζικού ΑΕΠ. Η συσσώρευση αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως μία τεράστια επιδότηση των κινεζικών εξαγωγών.
Ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία δεν μπόρεσε η κυβέρνηση μιας υπερδύναμης να δανείσει τόσα πολλά σε μια άλλη. Ορισμένοι υποστηρίζουν – όπως ο Κομάρ Σρι Κουμάρ στους Financial Times – ότι μια τέτοια διαχείριση συναλλαγματικής ισοτιμίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ‘χειρισμός’, αντίθετα με τις απόψεις που κυριαρχούν στο αμερικανικό Κογκρέσο, αφού η προσαρμογή μπορεί να συντελεστεί μέσα από «μεταβολές στα εγχώριο κόστος και τις εγχώριες τιμές». Το επιχείρημά του θα ήταν πολύ πιο πειστικό αν η Κίνα δεν εργαζόταν τόσο σκληρά και επιτυχώς για να πιέσει τις φυσικές νομισματικές και, κατά συνέπεια, πληθωριστικές επιπτώσεις των παρεμβάσεών της. Στο μεταξύ, η αναπόφευκτη προσαρμογή των αναδυόμενων οικονομιών προς τα ελλείμματα μετατοπίζεται σε χώρες που και είναι ελκυστικές για τα ξένα κεφάλαια και δεν θέλουν ή δεν μπορούν να παρέμβουν στις αγορές νομισμάτων, τουλάχιστον όχι στην απαιτούμενη κλίμακα. Φτωχή Βραζιλία! Μήπως βλέπουμε την έναρξη της επόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης στις αναδυόμενες αγορές;
Ο Τζον Κόναλι, Υπουργός Οικονομικών του Νίξον, είναι γνωστός για την περίφημη φράση που είπε στους Ευρωπαίους: «Το δολάριο είναι το δικό μας νόμισμα, αλλά το δικό σας πρόβλημα». Κάπως έτσι απαντούν και οι Κινέζοι.
Έλλειψη προσαρμογής των συναλλαγματικών ισοτιμιών, παρακολουθούμε έναν τύπο ‘νομισματικών εχθροπραξιών’: στην πραγματικότητα, οι Ηνωμένες Πολιτείες προκαλούν να προκαλέσουν πληθωρισμό στην Κίνα και η Κίνα αποπληθωρισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και οι δύο πλευρές είναι πεπεισμένες ότι έχουν δίκιο, καμιά δεν θα τα καταφέρει και ο υπόλοιπος κόσμος θα υποφέρει.
Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς το πράγμα από την πλευρά των Κινέζων. Προσπαθούν απεγνωσμένα να αποφύγουν ό,τι θεωρούν ότι υπήρξε η τραγική κατάληξη της Ιαπωνίας μετά τη συμφωνία Πλάζα. Με την εξαγωγική της ανταγωνιστικότητα να έχει πληγεί ανεπανόρθωτα εξαιτίας της υπερτίμησης του γεν και υπό την πίεση της Αμερικής για περιορισμό του εμπορικού της πλεονάσματος, η Ιαπωνία δεν επέλεξε το δρόμο των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών αλλά προχώρησε σε μια τεράστια νομισματική επέκταση. Έτσι κατέληξε σε μια φούσκα που με τη σειρά της την οδήγησε στην χαμένη δεκαετία του 1990.
Κάποτε ήταν η πιο δυναμική οικονομία του κόσμου, αλλά σήμερα η Ιαπωνία έχει πέσει σε λήθαργο. Για την Κίνα κάτι τέτοιο θα ήταν προφανώς καταστροφή. Και από την άλλη πλευρά είναι δύσκολο να φανταστούμε μια ισχυρή ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας δίχως μεγάλες καθαρές ροές κεφαλαίων από τις πλούσιες χώρες προς τον υπόλοιπο κόσμο. Παρά ταύτα είναι εξίσου δύσκολο να φανταστούμε ότι αυτό μπορεί να συμβεί σε βιώσιμη βάση, αν η μεγαλύτερη και πιο επιτυχημένη αναδυόμενη οικονομία καθίσταται ο μεγαλύτερος καθαρός εξαγωγέας κεφαλαίων.
Απαιτείται ένας δρόμος για την πραγματοποίηση των αναγκαίων παγκόσμιων προσαρμογών. Κι αυτό χρειάζεται όχι μόνο βούληση για συνεργασία που σήμερα απουσιάζει εντελώς, αλλά και μεγαλύτερη φαντασία για εσωτερικές και διεθνείς μεταρρυθμίσεις. Σε ένα κόσμο όπου ο ένας προσπαθεί να γονατίσει τον άλλο μέσω της συμπίεσης της νομισματικής σου ισοτιμίας, κανείς δεν θα καταλήξει καλά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου