Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Ο ρόλος της Μόσχας στα Βαλκάνια και την ΕΕ


Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στη Σερβία αποτέλεσε έκπληξη, με αποτέλεσμα πολλοί στη Ρωσία να αρχίσουν να σκέπτονται τις προοπτικές που ανοίγονται στις σχέσεις των δύο χωρών. Στην αναζωπύρωση αυτής της τάσης, ρόλο έπαιξε και η συνάντηση που είχε πρόσφατα με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο πρόεδρος της Σερβίας Τομισλάβ Νίκολιτς.



Η Σερβία είναι μια χώρα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη Ρωσία. Τους δύο λαούς τους  ενώνουν πολλοί κοινοί ιστορικοί, πολιτισμικοί και θρησκευτικού δεσμοί. Έτσι, κάθε τι που συμβαίνει  στη σερβική πολιτική προκαλεί έντονο ενδιαφέρον. Όλα αυτά όμως, εκτός από πλεονεκτήματα έχουν και μειονεκτήματα. Έτσι, η ιστορική εμπειρία και τα ιδεολογικά στερεότυπα μερικές φορές εμποδίζουν να δούμε νηφάλια την τρέχουσα πολιτική κατάσταση, δημιουργώντας συχνά υπερβολικές ή και στρεβλές προσδοκίες.  Ως καλή αφετηρία για το μέλλον των διμερών σχέσεων πρέπει να συνειδητοποιήσουμε   τι δεν πρόκειται στο εξής να συμβολίζει η Ρωσία για τη Σερβία και αντίθετα  ποιες πολιτικές δεν θα πρέπει να εφαρμόσει το Βελιγράδι απέναντι στη Μόσχα.

Η Ρωσία και τα Βαλκάνια

Η Ρωσία δεν θα αποτελέσει μια χώρα η οποία θα προσπαθήσει να εξαπλωθεί στα Νότιο-Ανατολικά της Ευρωπαϊκής Ηπείρου, δεν θα επιχειρήσει να θέσει τα Βαλκάνια στη δική της γεωπολιτική τροχιά, και να «τραβήξει» την περιοχή στο δικό της πολιτιστικό – θρησκευτικό γίγνεσθαι. Ούτε θα δημιουργήσει βάσεις προκειμένου  να ασκήσει επιρροή, όπως έπραξε στον 19ο και μερικώς στον 20ο αιώνα. Νωπές είναι οι μνήμες εθνικιστών πολιτικών του Βελιγραδίου, συμπεριλαμβανομένων νυν ή και πρώην συνεργατών του Προέδρου Νίκολιτς, οi οποίοι απεύθυναν  κάλεσμα προς της Ρωσία να λάβει μέρος σε συμμαχία εναντίον του ΝΑΤΟ. Το αίτημα αυτό στη Ρωσία είχε βρει ισχνή ανταπόκριση μόνον στη συντηρητική πτέρυγα του πολιτικού φάσματος.

Σήμερα, δεν υπάρχουν τέτοιες ιδέες. Και να υπάρξουν, θα είναι περιθωριακές. Η Μόσχα δεν πρόκειται να προκαλέσει την Ευρώπη στο όνομα μιας αφηρημένης επιρροής στα Βαλκάνια. Ακόμα και ο ρώσικος εθνικισμός, που αυξάνει την επιρροή του σε ορισμένους κύκλους της ρωσικής κοινωνίας, είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν που θυμόμαστε την δεκαετία του 1990. Τότε, ήταν προσανατολισμένος στην επεκτατική πολιτική. Σήμερα αντίθετα εστιάζεται περισσότερο  προς τον απομονωτισμό της Ρωσίας.

Στην πραγματικότητα, ο Τομισλάβ Νίκολιτς έγινε Πρόεδρος επειδή κινήθηκε πιο κοντά στο κέντρο, πήρε μια πιο μετριοπαθή στάση σε σχέση με το Ευρωπαϊκό ζήτημα, ειδάλλως θα φόβιζε την πλειοψηφία των ψηφοφόρων. Η σερβική κοινωνία έχει απηυδήσει με όσα έφερε στη χώρα η δεκαετία του 1990 λόγω της πολιτικής του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Έτσι, τώρα θέλει μόνο μια ειρηνική ανάπτυξη, την οποία έχει παραδοσιακά συνδέσει με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ευρώπη δύο ταχυτήτων

Το ερώτημα βέβαια, δεν είναι αν μπορεί σήμερα να είναι δίκαιη μια τέτοια σύνδεση. Πιο συγκεκριμένα το ερώτημα είναι, αν μπορεί μια ισχυρή ΕΕ να εξασφαλίσει τη δικαιοσύνη και την αμοιβαιότητα στις σχέσεις. Φαίνεται ότι σύντομα στην Ευρώπη θα έχουμε μια αναπόφευκτηδιάσπαση. Σε χώρες που θα αποτελούν τον σκληρό πυρήνα της Ένωσης από την μια μεριά και στις χώρες που θα βρίσκονται στηνπεριφέρεια από την άλλη. Και αν στον σκληρό πυρήνα, που θα περιλαμβάνει τη Δυτική Ευρώπη γύρω από τη Γερμανία, όλα θα είναι σαφή, η μοίρα της περιφέρειας, ειδικά της πολιτικά και οικονομικά προβληματικής Νότιο-Ανατολικής Ευρώπης, των Βαλκανίων, ακόμα και της Ελλάδας, είναι νεφελώδης.

Σε πολύ δυσμενείς εξελίξεις, ο σκληρός πυρήνας απλά μπορεί να αποποιηθεί των ευθυνών του απέναντι στις χώρες που δημιουργούν προβλήματα, κρατώντας τες σε απόσταση. Άλλες χώρες ή περιφερειακές δυνάμεις που επιθυμούν να τις πατρονάρουν, δεν υπάρχουν. Η Τουρκία μπορεί να επιδείξει ένα ενδιαφέρον για τα Βαλκάνια, αλλά τώρα της αρκούν τα δικά της προβλήματα τόσο στην Εγγύς όσο και στην Μέση Ανατολή.

Προέχουν οι στενές σχέσεις με την ΕΕ

Η Ρωσία, που κατά καιρούς χρησιμοποίησε ρητορική μεγαλοϊδεατισμού, θα συσχετίσει σε αυτή την χρονική συγκυρία τις φιλοδοξίες της, με τις δυνατότητές της. Ο πειρασμός να παίξει ρόλο στα Βαλκάνια, ή ακόμα περισσότερο να ακολουθήσει την «πολιτική της ορθοδοξίας» (σε σχέση με την Ελλάδα και τη Σερβία, για παράδειγμα), έχει τις ρίζες της στην ιστορική παράδοση, και ως εκ τούτου θα μπορούσε θεωρητικά να επανέλθει στο προσκήνιο. Όμως, η σύγχρονη Ρωσία είναι πολύ μακριά από ένα τέτοιο στόχο. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η Μόσχα είναι παντελώς αδιάφορη για χώρες που συνδέονται ιστορικά με αυτήν. Ωστόσο, το πλαίσιο δράσης έχει αλλάξει. Σε γενικές γραμμές, η ευρύτατα διαδεδομένη άποψη ότι η ΕΕ και η Ρωσία παίζουν το «μεγάλο παιχνίδι» της επιρροής στις «ενδιάμεσες χώρες», δεν είναι σωστή. Τα Βαλκάνια εξακολουθούν να είναι ελκυστικά για τη Ρωσία, αλλά το ενδιαφέρον για τα κράτη της περιοχής είναι στο επίπεδο της γενικότερης ευρωπαϊκής πολιτικής της χώρας.

Ο  Βλαντίμιρ Πούτιν προσπαθεί με συνέπεια να πετύχει την προσέγγιση μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ, τη δημιουργία ενός μεγάλου, ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου. Η δική του αντίληψη όμως, για την προσέγγιση με την ΕΕ, διαφέρει από αυτήν των Βρυξελλών. Η Μόσχα δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί αυτομάτως τους όρους της ΕΕ. Η Ρωσία ξεκινούσε πάντα από τη βασική αρχή ότι η μεγάλη Ευρώπη του μέλλοντος θα πρέπει να είναι το προϊόν μιας κοινής, δημιουργικής συν-αντίληψης της ΕΕ, της Ρωσίας και των ενδιάμεσων χωρών. Μέχρι πρόσφατα, αυτό φάνταζε στους Ευρωπαίους εκτός πραγματικότητας. Υπάρχει ,λένε στις Βρυξέλλες, η Ευρωπαϊκή Ένωση και όποιο από τα υπόλοιπα κράτη το επιθυμεί να ενταχθεί στην πραγματική Ευρώπη, ας αποδεχθεί τις αρχές της και θα προχωρήσουμε μαζί. Είτε λοιπόν τις αποδέχονται και συνδέονται (όπως τα Βαλκάνια), ή παίζουν με τους ίδιους κανόνες, αλλά παραμένουν εκτός (όπως η Ρωσία, η Ουκρανία και η Τουρκία).

Σήμερα τα πράγματα αλλάζουν. Η ΕΕ δεν φαντάζει πια ως μια σταθερή οντότητα, και το μέλλον της είναι αβέβαιο. Σε αυτήν την περίπτωση, ανοίγονται νέες δυνατότητες για την Ρωσία. Τα υποψήφια κράτη – μέλη της ΕΕ, ενδιαφέρονται να ενισχύσουν τη θέση τους μέσω της διεύρυνσης των σχέσεων τους με ισχυρούς εταίρους στο εξωτερικό. Και η Ρωσία, αποτελεί για τα κράτη αυτά την πρώτη επιλογή. Η παραδοσιακή εικόνα της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης στην περιοχή «των ενδιάμεσων χωρών της κεντρικής Ευρώπης» («Zwischeneuropa»), που ιστορικά οδηγούσε σε πόλεμο, είναι πια ξεπερασμένη.  Σήμερα, όλοι αγωνίζονται για την ευημερία των κρατών τους, η οποία εξαρτάται από το βαθμό της οικονομικής αλληλοσύνδεσες στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομίας.

Αυτό είναι που πάντα προσπαθούσε να πετύχει για την Ρωσία ο Πούτιν. Ο Ρώσος Πρόεδρος πιστεύει ότι η «μεγάλη Ευρώπη» πρέπει να στηρίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό και το συνδυασμό των οικονομικών συμφερόντων (κυρίως στον τομέα της ενέργειας), στη δημιουργία κοινών κανόνων και αξιών που να βελτιώνουν και όχι να χειροτερεύουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Επί της ουσίας, τα προαναφερθέντα είναι πιο κοντά στο αρχικό μοντέλο της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως αυτό διαμορφώθηκε από τους μεγάλους οραματιστές και πρωτοπόρους πολιτικούς της Ευρώπης, στα μέσα του εικοστού αιώνα.

Η Σερβία, είναι φυσικά ένας εταίρος της Μόσχας, βάσει όλων των αντικειμενικών δεικτών. Όχι όμως για να αντιπολιτευθεί (η Ρωσία) τους υπάρχοντες ευρωπαϊκούς  θεσμούς και δομές. Αλλά για να τους μετασχηματίσει και να αυξήσει τα οφέλη της από την αλληλεπίδραση.

Πηγή: Η ΡΩΣΙΑ ΤΩΡΑ 

http://www.antinews.gr/2012/06/22/167705/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου