του Christopher Caldwell*
Η παγκοσμιοποίηση ρουφάει το αίμα των ελεύθερων Αμερικανών, με κάθε γουλιά από τον decaf frappuccino τους. Οποιοσδήποτε εξεπλάγη που ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αισθάνεται έτσι, δεν πρόσεχε και πολύ στις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου.
Και όμως, η ομιλία του την Παρασκευή στην ορκωμοσία φαίνεται να έριξε τους αντιπάλους του σε κατάσταση σοκ. Φαίνεται ότι πράγματι τα εννοούσε αυτά που είπε. Μίλησε για την αρχή του «πρώτα η Αμερική», επικαλέστηκε την «προστασία» ως πολιτική του και το «αγοράστε αμερικανικά» ως μότο του.
Εκατομμύρια άνθρωποι συναντήθηκαν το Σάββατο σε πόλεις σε όλη τη χώρα και παγκοσμίως για τα «women's marches», ώστε να διαμαρτυρηθούν κατά της προεδρίας του. Ο κ. Τραμπ αποδέχεται τις ριζικές επιπτώσεις της άποψής του για τον κόσμο. Μάλιστα, έχει αρκετές πιθανότητες να τις υλοποιήσει.
Το γεγονός ότι η αγόρευση του κ. Τραμπ έχει τη δύναμη να σοκάρει, είναι κάποιου είδους δικαίωση. Η προεκλογική του καμπάνια είχε να κάνει με πράγματα που δεν βλέπει η κυβερνώσα Αμερική, ξεκινώντας από τη μη κυβερνώσα Αμερική. Το αόρατο, η ανωνυμία και η έλλειψη φωνής ήταν το βασικό μοτίβο ολόκληρης της ομιλίας: «Ένα ένα, τα εργοστάσια έκλεισαν και έφυγαν από τα εδάφη μας», είπε, «χωρίς ούτε μια σκέψη για τα εκατομμύρια Αμερικανούς εργάτες που έμειναν πίσω».
Αυτή η πρόταση ακούγεται λες και έχει να κάνει με την αποβιομηχάνιση, αλλά έχει να κάνει και με την αλαζονεία του ηγέτη. Η κλιμάκωση της ομιλίας είναι: «Ακούστε αυτά τα λόγια: Δεν θα σας ξανααγνοήσουν ποτέ». Ο κ. Τραμπ, επομένως, προτείνει μια νέα ταυτότητα για την κυβερνώσα τάξη: όχι ως σπλαχνικούς υπερασπιστές των αποκλεισμένων, όχι ως τολμηρούς ηγέτες της βιομηχανίας, ούτε καν ως συμπονετικούς υπέρμαχους της αξιοπρέπειας, αλλά ως γουρούνια στην ποτίστρα.
Σχεδόν κάθε συντάκτης εφημερίδας είναι πεπεισμένος ότι τα σχόλια του κ. Τραμπ ήταν ένα χυδαίο αίσχος. Αυτή είναι μια απερίσκεπτη άποψη. Σε μια χώρα όπου το μάρκετινγκ είναι η κοινή γλώσσα και στο οποίο οι περισσότεροι από τα 324 εκατ. κατοίκους έχουν ταλέντο, ο κ. Τραμπ μόλις έκανε την πιο αποτελεσματική μαρκετίστικη καμπάνια που έχει κάνει οποιοσδήποτε Αμερικανός για το οτιδήποτε.
Αν δώσετε προσοχή στην ομιλία, ακούγεται λιγότερο σαν παραλήρημα και πολύ περισσότερο ως σοβαρό κυβερνητικό πρόγραμμα. Μια φράση, «Αυτό το μακελειό των Αμερικανών σταματά εδώ και σταματά αυτή τη στιγμή», φάνηκε στον κόσμο ως αναφορά στη βία στις φτωχογειτονιές, και όντως αυτό θα σήμαινε, αν ο πρόεδρος την είχε χρησιμοποιήσει πριν από μία γενιά. Αλλά η θέση της φράσης μέσα στην ομιλία καθιστά πιθανό ο κ. Τραμπ να κάνει πλάγια αναφορά στο κύμα των θανάτων από υπερβολική δόση, κυρίως από ηρωίνη και άλλα οπιοειδή, στα προάστια και σε μικρές πόλεις. Πρόκειται για την πιο θανατηφόρα κρίση ναρκωτικών που είχαμε ποτέ. Το 1970, ο Κέρτις Μέιφιλντ τραγουδούσε για τα ναρκωτικά και το έγκλημα στο γκέτο. Τη δεκαετία του 1980, δύο πρόεδροι κήρυξαν «πόλεμο στα ναρκωτικά». Οι σημερινοί θάνατοι από υπερβολική δόση είναι εκτός του ραντάρ, τόσο της κυβέρνησης όσο και του ίδιου αυτού του κύκλου. Ο κ. Τραμπ έκανε δυνατή καμπάνια στο Νέο Χάμσαϊρ και στη Δυτική Βιρτζίνια, τις δύο πολιτείες που έχουν πληγεί περισσότερο.
Μια ακόμη φράση που παρεξηγήθηκε ευρέως είναι, «έχουμε υπερασπιστεί τα σύνορα άλλων κρατών, τη στιγμή που αρνηθήκαμε να υπερασπιστούμε τα δικά μας». Αυτό δεν αντιβαίνει, όπως πολλοί ακροατές υπέθεσαν, στην υπόσχεση του κ. Τραμπ σε άλλο σημείο της ομιλίας, να «ενισχύσει τις παλιές συμμαχίες». Προσπαθεί να επαναπαγιώσει την αρχή ότι οι χώρες έχουν το δικαίωμα να υπερασπιστούν τα σύνορά τους, όχι μόνο ενάντια σε στρατούς αλλά και σε μετανάστες.
Αυτό που επίσης αγνοήθηκε ήταν η «ανάσταση» από τον κ. Τραμπ της λέξης του 19ου αιώνα, «προστασία», την οποία χρησιμοποιεί για να αναφερθεί στους δασμούς. Σήμερα ακούγεται όσο γραφικές και αλλόκοτες ακούγονται και άλλες παρωχημένες λέξεις. Συνήθως μιλάμε για προστατευτισμό και εννοούμε την προφανώς εξτρεμιστική ιδεολογία που αντιτίθεται στο ελεύθερο εμπόριο. Αλλά ο κ. Τραμπ υπαινίσσεται ότι κάνουμε λάθος όταν μπερδεύουμε αυτά τα δύο. Η διαφορά μεταξύ προστασίας και προστατευτισμού είναι σαν τη διαφορά μεταξύ Ισλάμ και ισλαμισμού. Προσπαθεί να βάλει τους δασμούς στο μυαλό του κόσμου.
Στην πραγματικότητα, αυτό το έχει ήδη καταφέρει. Ο κ. Τραμπ έριξε το γάντι σε κάποια εταιρικά στελέχη και κέρδισε. Όταν η General Motors ανακοινώνει ένα σχέδιο επένδυσης ενός δισ. σε αμερικανικές θέσεις εργασίας, όπως έγινε τις ημέρες πριν την ορκωμοσία, το αίσθημα αλλάζει στους αναποφάσιστους ψηφοφόρους, πως ο κ. Τραμπ πρέπει να έχει δίκιο. Το ίδιο και όταν οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών αρχίζουν να μεταβάλλουν τις προτεραιότητες στους προϋπολογισμούς, για να οδηγήσουν τις δαπάνες για την άμυνα στο 2% του ΑΕΠ. Στον απόηχο της εκλογής του κ. Τραμπ, ο Λαρς Λόκε Ράσμουσεν, ο Δανός πρωθυπουργός, υποσχέθηκε να αυξήσει τους προϋπολογισμούς. Η προηγούμενα εριστική Λιθουανία υποσχέθηκε να φέρει τις δικές της δαπάνες για την άμυνα μέχρι το 2% του ΑΕΠ που προβλέπει το ΝΑΤΟ, ως το 2018, δύο χρόνια νωρίτερα απ’ ό,τι απαιτείται.
Δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερα ριζοσπαστικό σχετικά με τη διάγνωση του κ. Τραμπ για την παγκοσμιοποίηση, εκτός του ότι δείχνει να μιλά ειλικρινά. Κάθε δυτικός πολιτικός των τελευταίων 20 ετών, από τη Χίλαρι Κλίντον μέχρι τον Χέλμουτ Κολ και τον Τζέρεμι Κόρμπιν, έχει παραπονεθεί πως η παγκοσμιοποίηση αφήνει έναν κόσμο πίσω. Αλλά δεν κατάλαβαν πως η Νέα Οικονομία ήταν μια νέα οικονομία. Περιλάμβανε την εξαφάνιση κάθε πλευράς της παλιάς οικονομίας, μαζί και του προσωπικού.
Οι θεωρητικοί της Νέας Οικονομίας είπαν πως θα έπρεπε να είναι δυνατό να αποζημιωθούν οι «χαμένοι». Αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Διότι όταν ήρθαν τα χρήματα, ο κόσμος που διαχειριζόταν τη νέα οικονομία δεν αναγνώρισε τους χαμένους ως μέλη της ίδιας κοινότητας. Ίσως αυτό που αποτελεί έκπληξη να είναι πως πήρε τόσο καιρό όσο πήρε, μέχρι ένας πολιτικός να επιχειρηματολογήσει πως αν οι ηγέτες του συστήματος δεν είναι αξιόπιστοι για να κάνουν μεταρρυθμίσεις από τα μέσα, πρέπει να πάρουν εντολή να το κάνουν με εξωτερικούς παράγοντες.
*Ανώτατος συντάκτης στη Weekly Standard και συγγραφέας ακυκλοφόρητου βιβλίου για την άνοδο και την πτώση της πολιτικής τάξης μετά τη δεκαετία του 1960.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου