Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Πράσινη χούντα μακιγιαρισμένη σε “δημοκρατία” (χθεσινοβραδινό χρονικό)


Το μετρό σταμάτησε στο σταθμό του Συντάγματος γύρω στις 9 το βράδυ. Κατέβηκε κόσμος πολύς, νέοι, μεγαλύτεροι, ηλικιωμένοι. Παρέες, παρέες πήγαιναν σαν σε γιορτή. Ανέβηκα τα σκαλιά με βήμα ταχύ. Μα μόλις έφτασα στο πρώτο επίπεδο κάτι άρχισε να που καίει τα μάτια. Διάολε. Δακρυγόνα. Ξανάρχισαν πάλι, σκέφτηκα. Ανεβαίνοντας τις κυλιόμενες για να βγω στο δεύτερο επίπεδο, λίγο πριν την έξοδο στην πλατεία, ένοιωσα την ένταση να ανεβαίνει. Πολλοί κατέβαιναν από τις σκάλες, μακιγιαρισμένοι μα malox, φορώντας χειρουργικές μάσκες. Οι περισσότεροι έβριζαν. Καθάρματα! Φασίστες. Εκεί δεξιά, στο χώρο που συνήθως στήνονται κάποιες εκθέσεις, ο Ερυθρός Σταυρός είχε στήσει πρόχειρο ιατρείο. Οι υπάλληλοι φύλαξης του Μετρό φορούσαν αντιασφυξιογόνες μάσκες. Κάποιοι άλλοι εθελοντές επίσης. Κάποιες ηλικιωμένες κυρίες με δάκρυα στα μάτια, λουσμένες από τα χημικά, έμπαιναν στο ιατρείο για τις πρώτες βοήθειες. Μέσα στον πανικό, κάποιοι αποσβολωμένοι τουρίστες, προσπαθούσαν να ανέβουν στην πλατεία.
-Don’t go there! The square is full of tear gas, τους είπε κάποιος. Go from the other side! Γύρισαν σαστισμένοι κι έφυγαν. Κι εγώ ήμουν εκεί, απροετοίμαστος.
-Πατριώτη έχεις μια μάσκα, ρώτησα ένα παλικάρι δίπλα μου που φαινόταν πιο οργανωμένος.
-Όχι δυστυχώς, μου είπε, αλλά πάρε ένα πακέτο χαρτομάντιλα τουλάχιστον και πήγαινε εκεί μπροστά να σε ψεκάσουν με malox. Και μακριά από νερό! Δεν κάνει!
Άνοιξα το πακέτο και κάλυψα το πρόσωπο με το χαρτομάντιλο. Μετά πλησίασα μια κοπέλα που ψέκαζε κάθε ενδιαφερόμενο στο πρόσωπο. Πρόχειρα μέτρα προστασίας αόπλων ανθρώπων ενάντια στην καθεστωτική βία! Μια αίσθηση αλληλεγγύης κυριαρχούσε στην ατμόσφαιρα παρά την ένταση. (Αλληλεγγύη! Ξεχασμένη λέξη)
Ξαφνικά μια φωνή ακούστηκε από την έξοδο της πλατείας.
-Γρήγορα ένα γιατρό επάνω. Γρήγορα! .Δεν μπορεί να αναπνεύσει ο άνθρωπος. Τρέξτε! Δυο γυναίκες ούρλιαζαν τρέχοντας προς τις πρώτες βοήθειες. –
-Γιατρός και φορείο γρήγορα! Φώναξε ένας από τους ερυθροσταυρίτες. Αμέσως, βγήκε ομάδα με γιατρό, και τραυματιοφορείς και κατευθύνθηκαν επάνω. Σε λίγο μετέφεραν κάποιον ηλικιωμένο πάνω στο φορείο. Μας έπνιξε η δημοκρατία και δεν μπορούμε ν’ ανασάνουμε.
Μετά από λίγο κόπασε η ρίψη χημικών. Το καλοκαιρινό αεράκι καθάρισε για λίγο την αποπνικτική ατμόσφαιρα. Ανέβηκα επάνω. Με ξαναψέκασαν για περισσότερη προστασία. Αντιδακρυγόνο 20 βαθμών σαν αντηλιακό. Η πλατεία στο κάτω μέρος ήταν ανάσταση. Είχαν ανάψει μικρές φωτιές για να αντιμετωπιστούν τα χημικά. Οι περισσότεροι ήταν μακιγιαρισμένοι. Τα πρόσωπα ήταν άσπρα. Χούντα μακιγιαρισμένη σε δημοκρατία σκέφτηκα. Αυτό βιώνουμε.
Προς το κάτω μέρος γινόταν κάποια συναυλία. Μια κοπέλα τραγουδούσε το Ακορντεόν του Λοϊζου. «Δε θα περάσει ο φασισμός». Ναι ρε παιδιά, αλλά τα αυθεντικά πρωτοπόρα κινήματα που ζυμώνονται στη φωτιά της μάχης των δρόμων, θέλουν τα δικά τους τραγούδια, τη δικιά τους τέχνη. Πάλι στα παλιά θα μείνουμε; Ας είναι.
Ανέβηκα τα σκαλιά και κατευθύνθηκα προς τα λουλουδάδικα. Η ατμόσφαιρα είχε καθαρίσει λίγο. Οι διαδικτυακοί anti- σύντροφοι ήταν εκεί. Παρόντες. Μακιγιαρισμένοι κι’ αυτοί. Και οι βουλευτές μέσα Απόντες. Τους ξεπερνάει η ιστορία κι αυτοί ρητορεύουν στο κενό. Μετά από ώρα, το πανηγύρι ξανάρχισε. Παρακρατικοί επιτίθενται στα ΜΑΤ. Αυτοί απαντούν. Ερεθίζεται ο κόσμος. Τους πετάνε μπουκάλια με νερό, ξύλα, ότι βρουν. Και μετά γίνεται νέα μεγάλη επίθεση με χημικά. Συστηματική. Ο κόσμος, άοπλος, οπισθοχωρεί. Ύστερα από λίγο η ατμόσφαιρα έχει γίνει πάλι αφόρητη. Κατάφεραν, προς στιγμή, να την αδειάσουν την πλατεία. Αυτός ήταν, άλλωστε και ο σκοπός. Να αδειάσει η πλατεία για να μπορεί ο πωλητής να υπογράψει το πωλητήριο χωρίς μάρτυρες.
Είχε έρθει η ώρα για να φύγω. Μακιγιαρισμένος και λίγο δακρυσμένος κατέβηκα στο σταθμό να πάρω το μετρό. Μαζί μου κι άλλοι άνθρωποι, λίγο αποκαμωμένοι από τα γεγονότα, οργισμένοι αλλά με το κεφάλι ψηλά. Άνθρωποι σαν όλους μας. Με έναν κοινό θυμό. Ήξερα ότι σήμερα θα είναι πάλι εκεί.
Όταν έφτασα στο σπίτι, η οικογένεια κοιμόταν, εκτός από το μικρό μου γιο. Περίμενε, ξάγρυπνος.
-Τι έγινε μπαμπά; Μας την πήραν την Ελλάδα; ρώτησε με την αφοπλιστική αφέλεια που ρωτάνε τα παιδιά. Η ερώτηση ήταν πολύ πιο δραστική από ένα δακρυγόνο.
-Κοιμήσου αγόρι μου, του είπα. Την Ελλάδα δεν μπορεί να μας την πάρει κανείς γιατί την έχουμε καλά κρυμμένη, βαθιά μες στις ψυχές μας.
Γιάννης Φαίλτωρ (Μακιγιαρισμένος και δακρυσμένος)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου